Το τσιγαριλίκι, το χόρτο.

- Πάμε για κανά τιρουρίρου;
- Εε; Τι 'ναι το τιρουρίρου ρε μαλάκα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα χαρτιά, αυτός που ποντάρει (και συνήθως μεγάλα ποσά) μόνο όταν έχει πολύ καλό φύλλο.

- Ντούκου.
- Ντούκου.
- 15 ευρώ!
- (Πάλι λοζέ έπιασε ο καραμπίνας...)
- Πάσο.
- Πάσο.
- Πάσο.
- Πάσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ευχαρίστηση ή ηδονή.

- Τρία γκολ έριξε η παοκάρα χθες!
- Φφφςςς, δώσε πόνο!

Τώρα και σε τραγουδάκι. Που λέει ο λόγος. (από Galadriel, 05/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified