Είναι το ρήμα-παράγωγο της λέξης μάχη. Κυριολεκτικά χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος αγωνίζεται, πέρνει μέρος σε μάχη, κάνει μάχη. Στη περίπτωσή μας όμως χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον κόπο που καταβάλλει κάποιος να κάνει κάτι. Στην Κύπρο είναι ευρέως διαδεδομένο στην καθομιλουμένη.
1 - Τι κάνεις εκεί ακόμη; - Άσε! Τα'χω παίξει μ'αυτή την εργασία! Απ'το πρωί μάχομαι να την τελειώσω. (στα κυπριακά λόγω τις διαλέκτου λέγετε «μάχουμαι»)
- Τι μάχεσαι να μαγειρέψεις; Αφού δεν τα καταφέρνεις!
- Πώς την είδες ρε βλάκα; Θα μάχεσαι για πολλή ώρα; Μου τα'χεις πρήξει!