Λέγεται για τους ανίκανους -γενικά- συζύγους.

- Και στην τελική ρε θεια γιατί τον πήρες; Για το μαλλί του ή για το τυρί του; Αφού ούτε παιδιά μπορούσε να κάνει, ούτε δούλευε.
-Τι να κάνουμε παιδάκι μου. Οι περισσότερες τότε παντρευόμασταν από προξενιό. Δεν ξέραμε από αγάπες και τέτοια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι καλικάντζαροι.

Οι λυκούτσαρδοι είναι τριχωτοί, κοντοί, με στραβά πόδια, σαν νάνοι και γυρίζουνε πάντου απο την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι την παραμονή των Φώτων.

Σχετικό: κατσιμπουχέρια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που εμπαίζει τους άλλους συνέχεια.

Πάψε, κρύε αναμπαίξουλε να κοροϊδεύεις τους άλλους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομμάτι ή κάτι κομματιασμένο. Προέρχεται από την αρχαία λέξη κοσκυλμάτια.

Ο άνθρωπος έπεσε απο ψηλά και έγινε κουβάρι και κούσκουλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν κάποιος δεν δέχεται αστεία.

Δε σηκώνεις αστεία καημένε Γιάννη, όλο μύτη και πορδή κατάντησες!

πρωτοκλάστης - πρωτομυριστής (από BuBis, 11/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αντίστοιχη της «Είχες και στο χωριό σου...;». Χρησιμοποιείται ως εναλλακτική της παραπάνω, σε εκείνους που κάνουν τους πρωτευουσιάνους αλλά η βλαχιά τους «φωνάζει» από χιλιόμετρα.

- Όλα κι όλα, αν δεν πάω κάθε μέρα στο τάδε μαγαζί να πιω το φρέντο μου δε λέει. Τον συνήθισα και δεν κάνω πλέον χωρίς αυτόν.
-Σιγά μωρή βλαχάρα! Έφαγες δηλαδή πολύ ξύλο για να τον μάθεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε με κοροϊδευτική, περιφρονητική διάθεση σε όσους αργούν να ξυπνήσουν.

Σήκω πάνω επιτέλους βρε ανεπρόκοπε, θα σε κατουρήσ' ο ήλιος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν θέλουμε να δώσουμε κάτι από το περίσσευμά μας.

Κραμπούσια = είδος λαχανικού.

- Από πού έρχεσαι Θεια-Γιώργαινα;
- Από το χωράφι, δάσκαλε.
- Βλέπω και φέρνεις μπόλικα κραμπούσια...
- Ναι, ναι, πάρε δάσκαλε κραμπούσια, πάρε!
- Φχαριστώ, δε θέλω...
- Πάρε, δάσκαλε, πάρε, για τα γουρούνια τά 'χομε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν δεν πάνε σε κάποιον καλά τα πράγματα γενικώς.

Μωρέ τ' αγόρασα εκείνο το φουστάνι και το χρουστώ... κακά και μαύρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όποιος μιλά έντονα, εκτοξεύοντας σταγονίδια από το στόμα του και τρώνε οι γύρω του τις «ψιχάλες»...

- Ποιον καθηγητή είχατε την προηγούμενη ώρα;
- Τον Κ... Όταν πλησιάζει κατά το μέρος σου πρέπει να κρατάς ομπρέλα. Ο άνθρωπος μιλάμε είναι σκέτη κινούμενη βροχή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified