Δηλώνει ότι τα πράγματα δυσκολεύουν, δυσχεραίνονται.

Χρησιμοποιείται κατα κόρον, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

- Άσε ρε φίλε, μια ζωή οι γάβροι είχατε ψύχωση με την μπάλα και το πρωτάθλημα, τώρα που σφίξαν τα γάλατα και δεν βλέπεστε μου το ρίξατε δήθεν στο μπάσκετ και την Ευρώπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός αρχικά διατυπωμένος από τον Ροΐδη, και εν συνεχεία και από άλλους σπουδαίους συγγραφείς και κειμενογράφους γενικότερα (π.χ. Τσιφόρος). Αναφέρεται φυσικά στους όρχεις του άντρα που είναι απαραίτητοι για την τεκνοποίηση.

— Τι γίνεται ρε φίλε; Έμαθα πως πήγες σε 5Χ5 χθες.
— Άσ' τα, εκεί που παίζαμε ωραία και καλά, ρίχνει ο μαλάκας ο Βασίλης μια βολίδα και με πετυχαίνει στα... πάσαν πατρότητος ελπίδαν. Μισή ώρα ήμουν διπλωμένος κάτω μέχρι να φύγει ο πόνος.
— Τι να πω; Να προσέχεις, είναι ευαίσθητη περιοχή...

Δες και οικογένεια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού bet (=στοιχηματίζω). Μπετατζής είναι εκείνος που επιδίδεται στον στοιχηματισμό. Έγινε ευρύτερα γνωστός από την πρόσφατη ραδιοφωνική διαφήμιση γνωστής εταιρείας στοιχημάτων.

- Θα έρθει ο Νίκος το βράδυ για ποτό;
- Χλωμό το κόβω, θα περάσει όλη τη νύχτα παίζοντας πόκερ και στοιχηματίζοντας σε ματς του ΝΒΑ. Τον ξέρεις τωρα, γνωστός μπετατζής.

(από Mr. Cadmus, 12/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified