Ο νέος φαντάρος στη μονάδα.

Επίσης, γκάβακας.

Πώς βγαίνεις στην αναφορά χωρίς την εξάρτυση ρε γκάβακα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νέος φαντάρος στη μονάδα.

Ρε σειρά γέμισε γκάου-μπίου η μονάδα!

(από Khan, 19/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης που υπηρετεί στο ναυτικό.

-Πού έκανες θητεία εσύ;
-Στη Σαλαμίνα.
-Α ρε πιλαφά, βύσμα!

Got a better definition? Add it!

Published

Το πονηρό και με κακές προθέσεις άτομο που δρα υπογείως, φέρεται υποκριτικά και δημιουργεί προβλήματα και εντάσεις.

- Είδες που δεν μιλιέται πια η Κατερίνα με την Ελένη;
- Ναι, και ήταν κολλητές τόσα χρόνια. - Μπήκε μετά στην παρέα τους και η Σοφία και έβαζε λόγια στη μια για την άλλη και τις έκανε ανω-κάτω. Είναι μια νυφίτσα αυτή...

Νυφίτσα (από Vrastaman, 28/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γραφέας του 1ου γραφείου στο στρατό, απ' του οποίου τα χέρια περνάνε οι άδειες, οι υπηρεσίες κ.λπ.

- Πού θα μάθω πόσες μέρες άδειας έχω ακόμα;
- Ρώτα τον μασόνο τον Πέτρου, αυτός τα ξέρει όλα!

Δες ακόμη: εβραιομασόνος, μασονία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό σημαίνει στην εντέλεια.

- Κοίτα κρεβάτι που έστρωσα! Ουτε μία ζάρα. Τζετέ το έκανα για την επιθεώρηση.

Βλ. και τζετ, τέφα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το κωλύομαι (δυσκολεύομαι), χρησιμοποιείται στον στρατό για να δείξει ότι κάποιος κάνει πολλές υπηρεσίες και γενικά δυσκολεύεται πολύ.

Καλά χτες τα είδα όλα κωλυόμενα! Από τα μαγειρεία στη σκοπιά και το βράδυ περίπολος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δείχνει τον άδικο χαμό κάποιου, που δεν πρόσεχε, δεν είχε πάρει τα ανάλογα μέτρα προστασίας.

Βάζε παιδί μου το κράνος όταν οδηγείς την μηχανή! Έτσι δεν το έβαζε και ο γιος της κυρα - Ελένης και είχε ένα ατύχημα με τη μηχανή και πήγε αδιάβαστος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου ήρθε φλασιά: ξαφνικά θυμήθηκα.

- Έψαχνα όλο το σπίτι για να βρώ τα κλειδιά και στο τέλος έφαγα φλασιά ότι τα είχα στην τσέπη του μπουφάν μου.

(από Khan, 20/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δείχνει τον άνθρωπο που τον έχουν παρατήσει αβοήθητο, χωρίς καμία βοήθεια ή στήριξη.

Τον χώρισε η γυναίκα του και του πήρε το σπίτι, τα παιδιά, το αμάξι και τώρα είναι μόνος του σαν το σκυλί στ' αμπέλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified