Άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση εξαιρετικής μέθης (ή και μαστούρας). Κατά κάποιο τρόπο, έχει μεταβεί σ' ένα «ανώτερο επίπεδο», στο οποίο το να συνεννοηθεί ή ακόμα και να νιώσει είναι απίθανο.
Άτομο που βρίσκεται σε κατάσταση εξαιρετικής μέθης (ή και μαστούρας). Κατά κάποιο τρόπο, έχει μεταβεί σ' ένα «ανώτερο επίπεδο», στο οποίο το να συνεννοηθεί ή ακόμα και να νιώσει είναι απίθανο.
Got a better definition? Add it!
Ο μπάΤΣΟΣ (αστυνομικός). Συνήθως χρησιμοποιείται και στον πληθυντικό αριθμό ως έχει (οι τσος).
-Έμαθα έγινε της πουτάνας χτες στη γειτονιά σου εε;
-Γαμησέ τα! Γαύροι γίνανε με βαζέλες... Σκάσανε αμέσως οι τσος όμως και σκορπίσανε όλοι στα στενάκια!
Got a better definition? Add it!