Έκφραση που σημαίνει βαρεμάρα, πρήξιμο, ενόχληση κτλ. Συνήθως αναφέρεται σε μια υποχρεωτική διαδικασία.
-Πωπω ρε φίλε, αυτό το δίωρο έκθεσης με σκοτώνει.
-Μεγάλο τσουρέκι ρε συ.
Έκφραση που σημαίνει βαρεμάρα, πρήξιμο, ενόχληση κτλ. Συνήθως αναφέρεται σε μια υποχρεωτική διαδικασία.
-Πωπω ρε φίλε, αυτό το δίωρο έκθεσης με σκοτώνει.
-Μεγάλο τσουρέκι ρε συ.
Got a better definition? Add it!
Εξελληνισμένος όρος για την γνωστή τακτική του mosh pit που γίνεται στις μπροστινές σειρές κατά τη διάρκεια συναυλιών metal, punk, hardcore και τα λοιπά.
Περιλαμβάνει άνοιγμα χώρου μπροστά στη σκηνή και μετά ξύλο με αγκωνιές κυρίως.
Βλ. και σχιζοφρένεια. Σχετικά: τρώω ξύλο, πέφτει ξύλο, βρωμόξυλο, ξύλο μετά μουσικής, το, της αρκούδας, ξύλο της χρονιάς, το, ταβερνόξυλο, βαράτε, το,κλωτσομπουνίδι. Σύγκρινε και με: δεν θα μείνει κολυμπηθρόξυλο
Got a better definition? Add it!
Απαντάται και το μεγεθυντικό φετόλα. Η άσχημη γυναίκα, το μπάζο, η πατσαβούρα.
-Τελικά βγήκες για καφέ με αυτή τη γκόμενα απ' το εμεσέν που γνώρισες;
-Ναι ρε, άσ' τα, φετόλα τελείως ήταν, δεν βλεπόταν.
Got a better definition? Add it!