Βορειοελλαδίτικης προέλευσης χαρακτηρισμός που προσιδιάζει σ' εκείνες τις ξεχωριστές και δημοφιλείς εκπροσώπους του γυναικείου φύλου που χαίρονται να προσφέρουν γενναιόδωρα και μερακλίδικα την ηδονή στον αντρικό πληθυσμό. Ως εκ τούτου, σπανίως και μόνο από αδαείς κομπλεξικούς (ζωή σε λόγου μας) νεκροτσούτσουνους εισπράττουν μειωτικά σχόλια.

Η πουτσογλύκα απαντάται σ' όλες τις ερωτικά εξασκούμενες ηλικίες, την χαρακτηρίζει μια παντελής έλλειψη αντικειμενικού γούστου και, συνεπώς, η προσέγγιση της ερωτικής περίπτυξης δια του ενστίκτου και μόνο.

Η αλήθεια είναι πως όλες οι γυναίκες κρύβουν μια πουτσογλύκα μέσα τους, η οποία περιμένει παθιασμένα την ώρα και τη στιγμή που θα αναπνεύσει τον καθαρό και αθώο αέρα της άδολης γκαύλας. Εξαιρούνται γυναικοειδή πρότυπα του είδους Μαρίκας Μητσοτάκη, Πάρις Χίλτον, της γειτόνισσας-φασινορομπότ με το πατσόκοιλο, τη μέση σωλήνα, το γερακίσιο μάτι (για να εποπτεύει την πεταχτούλα κόρη) και το ΜΑΤατζή σύζυγο.

- Αυτή η Ελενίτσα πως ξεπετάχτηκε έτσι ρε συ; Μπουκιά και συγχώριο είναι το θηλυκό!
- (Μετά δαγκώματος κάτω χείλους) Άσε και που να τη ξεμοναχιάσεις να δεις τι έχεις να πάθεις, σκέτη πουτσογλύκα σε λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified