Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Μούγκλαβος ή αλλιώς μαμούχαλος, βαριέται να κάνει πράγματα, και όταν κάνει κάτι, το κάνει με πολύ αργή ταχύτητα. Γενικά είναι κοιμισμένος.

- Το βλέμμα του είναι κολλημένο στην τηλεόραση, δεν ακούει καν όταν τον φωνάζω, έχει αποβλακωθεί τελείως.
- Αφού είναι μούγκλαβος.

(από Καρντινάλε, 16/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified