Ο καφές στα καλιαρντά (προφανώς ο ελληνικός/τούρκικος).
-Αβέλω τουρκόζουμο, τανάκα σούκρο για τη ψαμοσκελού.
Ο καφές στα καλιαρντά (προφανώς ο ελληνικός/τούρκικος).
-Αβέλω τουρκόζουμο, τανάκα σούκρο για τη ψαμοσκελού.
Got a better definition? Add it!
Ο καφές στα καλιαρντά. Μάλλον λόγω του ότι εννοείται ο καφές που όλοι ονομάζουν «τουρκικό», ενώ εμείς τον λέμε ελληνικό (βλ. λίνκι για την πιθανή του προέλευση).
Άμα τελείωνε ο αγώνας στο γήπεδο και μετά, μερικοί φίλαθλοι πηγαίνανε για τουρκόσουπα ή πίνανε κάνα ουζάκι και περίμεναν να νυχτώσει. (Αποκατέ).
Got a better definition? Add it!