Το παιδί για όλα τα θελήματα, συνήθως του κλώτσου και του μπάτσου.

Η Παναγία καμαριέρα, με στρίνγκ κυλότα και ζαρτιέρα
Και σερβιτόρος ο Χριστός στο μοτέλ Παράδεισος
Και κηπουρός ο Μωυσής και ο Αβραάμ σαν μπουφετζής
Η Σάρα, η Άννα και ο Καιάφας,
να απλώνουν αλοιφές στην μάπας.
Χριστέ μου σε παρακαλώ,
πιάσε μια μπύρα στο οκτώ
Και φώναξε τα αγγελάκια να μας αδειάζουν τα τασάκια.
Φώναξε και το Άγιο Πνεύμα, στην γκόμενα να κάνει νεύμα
Και πές στον μπάρμαν τον Ιούδα, στην ποικιλία βάλε θρούμπα
Και σερβιτόρος ο Χριστός και εγώ θα είμαι ο Θεός.

(Πηγή: www.eriminparastasi.co.cc)

Αρκάς, Το φύλο των αγγέλων (από patsis, 14/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του εκκλησιαστικού όρου «Παναγιώτατος», αναφερόμενη σε εξτρεμιστή ιερέα της ορθόδοξης εκκλησίας, ο οποίος απειλεί με τον λόγο του και τη στάση του αντίχριστους, προδότες, κουλτουριάρηδες, ομοφυλόφιλους και γενικά όποιον έχει γνώμη και άποψη διαφορετική από την δική του και της επίσημης εκκλησίας.

Πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε για τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα το 1992, λόγω του εξτρεμισμού του λόγου του.

(χωρίς παράδειγμα)

Ο Παναγιώτατος Άνθιμος Θεσσαλονίκης. Στο 3:52. (από patsis, 06/09/11)Ο Παναγριότατος Σαρουμάνθιμος απειλεί "θα γίνει της Μόρντορ". (από Khan, 12/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified