Δρυμίκλανα, τα (και Δριμίκλανα): Αll time κλάσεικ γεωγραφικός όρος για χωριά του Ελλαδιστάν που βρίσκονται πέρα και από την τρύπα του χάρτη, κάτω από την πινέζα, πίσω από τον ήλιο. Αν φτάσετε στου διαόλου την μάνα, ρωτήστε την, αλλά αμφιβάλλω αν ξέρει να σας πει πού βρίσκονται.
Έτερο μυθικό χωριό της Ελληνικής επαρχίας. Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει απρόσιτες συνήθως τοποθεσίες, αλλά κυρίως τόπους καταγωγής ανθρώπων που θεωρούμε ότι είναι χωριάτες, αρκουδέηδες, μπαστουνόβλαχοι, κατσαπλιάδες και κατσικογάμηδοι (φυσικά δεν κοιτάμε ποτέ τα μούτρα μας). Πιθανολογείται ότι ο μισός πληθυσμός της Αθήνας προέρχεται από εκεί.
Εικάζεται ότι ανήκει στον ίδιο νομό με το Λέτσοβο, την Ίφκινθο και την Κωλοπετεινίτσα αλλά υστερεί από αυτά λόγω του ότι ούτε «Ελβετία» είναι, ούτε νησιώτικος προορισμός για εντεχνindie είναι, αλλά ούτε σοβαρά εκπαιδευτικά ιδρύματα έχει.
Η ποδοσφαιρική της ομάδα υπολείπεται από άλλες αντίστοιχες και οι νέοι της, στην πλειοψηφία αγροτινέιτζερ, την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια για σπουδές σε αναγνωρισμένα ιδρύματα του Εσωτερικού (ΤΕΙ Σουβλακοτυλιχτικής Αθηνών), αλλά και του Εξωτερικού (Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ).
Ετυμολογείται πιθανότατα από το δρυμός + κλάνω (ίσως από το «βλέπω τις αρκούδες στο δάσος και κλάνω από τον φόβο μου»), οπότε μιλάμε για χωριό κοντά σε δάσος. Διατίθεται σε διάφορα μεγέθη: Άνω, Κάτω και Πέρα Δρυμίκλανα.
Όχι ρε φίλος, δεν ξαναποντάρω στον Αστέρα, μ' έχει κάψει ουκ ολίγες φορές τα τελευταία 2 χρόνια, δεν ξανασχολούμαι μαζί του που να παίζει και με τα Άνω Δρυμίκλανα και τον ΑΣΠ Στροβικίου!!
- Γάμησέ τα ψηλέ, μαύροχάλι και η Αθήνα, τόσο χρόνια πέρασαν και πολλοί συμπεριφέρονται σαν να μην έχουν φύγει ποτέ από τα Δρυμίκλανα. Δεν βγαίνω, μάνα μου… Έρχονται, δοκιμάζουν μια φορά, πουλάνε μούρη και δεν ξαναπατάνε… - Καλά ρε αγορίνα μου, και σένα πώς σου ήρθε να ανοίξεις φινλανδικό εστιατόριο στην Βάρη, δίπλα στα φεστιβάλ χοληστερίνης, με μενού τάρανδο τουρσί, ωμή ρέγκα και παντζάρια φλαμπέ; Θα μας τρελάνεις;