Selected tags

Further tags

Γρήγορα.

Με το που είδα τα μπατσόνια την έκανα με τις μπάντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ημι-μάγκικη έκφραση η οποία σημαίνει ότι έχω πετύχει την μέγιστη δυνατή ταχύτητα του οχήματός μου και συνεχίζω ακάθεκτος. Παρομοίως: το σανιδώνω, πάω με τα χίλια, πάω γαμιώντας.

-Ρε Μήτσο, κάνε λίγο άκρη τη νταλίκα να κατέβω μισό... κατουριέμαι...
-Αδέρφι, δε ξέρω αν το 'χεις καταλάβει, αλλά έχουμε πιάσει τελικές εδώ πέρα...

Βλ. και φουλάρω, τελικιάζω, κομμάτια, πηγαίνω, τέζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος ένω περπατούσε γλίστρησε και έπεσε.

-Γιατί περπατάς έτσι;
-Γλίστρησα από το χιόνι και έφαγα σάρα!

Σάρα (από nikolaosvlas, 21/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση των κοντράκηδων αλλά και γενικότερα των φαν της οδήγησης. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ότι το σασμάν (κιβώτιο ταχυτήτων) λειτουργεί ιδανικά, τα γρανάζια οπλίζουν και γατζώνουν στον κινητήρα χωρίς αντίσταση, γλιστράνε σα βούτυρο.

Όλοι μου 'λεγαν θα φάω πακέτο με την επισκευή σασμάν και ότι έπρεπε να πάω για αντικατάσταση. Τσέκαρε τι δουλειά μου 'κανε το μαστόρι όμως! Εδώ δες, χαϊδεύω το λεβιέ και κουμπώνουν βούτυρο μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified