SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Tagged definitions (1)
Showing 1-1 from 1

Selected tags

  • εμφάνιση
  • μεγάλο μέγεθος
  • πάχος
  • χαρακτηρισμός προσώπου
  • ψηλός

Further tags

  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Σχήμα λόγου - παρομοίωση
  • κλασικό
  • Many comments none
  • A Z
  • Newer Older
  • Recently commented Earlier

ντουλάπα

Ο ψηλός και χοντρός άνθρωπος που πιάνει πολύ χώρο.

Μπήκε μέσα ο τύπος, ντουλάπα, πλακώθηκε το είναι μου. Θα πάθω κλειστοφοβία.

NOTE FROM THE MODERATORS TEAM

Βλ. και liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, μπόγος, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς

Got a better definition? Add it!

  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Σχήμα λόγου - παρομοίωση
  • εμφάνιση
  • κλασικό
  • μεγάλο μέγεθος
  • πάχος
  • χαρακτηρισμός προσώπου
  • ψηλός

Published 2008-03-07 01:32:18+00:00
Last modified 2015-06-11 19:40:43+00:00

didikong

didikong

  • 144
  • 13
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.