Το δεύτερο μαξιλάρι-ρεζέρβα που συνήθως χρησιμοποιείται για να μπαίνει ανάμεσα στα σκέλια κατά τη διάρκεια του βαθέως ύπνου (στάδια 3 & 4) προς αποφυγήν εφίδρωσης των γλουτών, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες στις μεσογειακές χώρες.

Η ονομασία προέρχεται από την -κατά περίπτωση συχνή ή λιγότερο συχνή- συνήθεια του χρήστη να πέρδεται ακουσίως κατά τη διάρκεια του ύπνου, με συνέπεια το εν λόγω μαξιλάρι να γίνεται δέκτης δύσοσμων αερίων.

Σαν αξεσουάρ είναι λίαν βοηθητικό και πρακτικό, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες, που (1) μπερδεύεται με το κανονικό μαξιλάρι του χρήστη και (2) ο κοιμώμενος χρησιμοποιεί ως τέτοιο το μαξιλάρι της/του συγκοιμώμενης /-νου γκόμενας / συζύγου, κτλ.

Άσε φίλε, μπέρδεψα χθες το μαξιλάρι μου με το κλανομαξίλαρο και το πρωί έζεχνα κλανίλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρυπαρή δημόσια πισίνα ή παραλία. Εκ του γνωστού ιερού ποταμού των Ινδών, όπου μαζί με τους λουομένους επιπλέουν κατανυκτικώς, πτώματα ζώων, τοξικά λύματα, κουράδες κτλ υπό τα γαλήνια βλέμματα των πιστών.

Οι πάλαι ποτέ πανέμορφες ελληνικές παραλίες, όλο και γαγγοφέρνουν η μια μετά την άλλη απ' τη μπίχλα, το σκουπίδι και το απόβλητο, επαληθεύοντας τις θεωρίες των ιστορικών, περί ινδοευρωπαϊκής προελεύσεως των Ελλήνων, τουλάχιστον κατά το ήμισυ.

Συνώνυμα: χαβούζα, βούρκος, σκατόλακκος κτλ.

- Πάμε για μπάνιο στον Άλιμο ;
- Πού ρε, στον Γάγγη; Ξέχασέ το φίλε! Τώρα τελείωσα τη θεραπεία για μυκητίαση που κόλλησα πέρυσι ...

(από patsis, 06/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση στην οποία εισέρχεται κάποιος μετά από τουλάστιχον 3 ημέρες ελεύθερου κάμπινγκ, άνευ ντουζιέρας και τρεχούμενου νερού γενικότερα. Δεν υπάρχει χρονικό όριο, καθώς η κατάσταση αυτή μπορεί να παραταθεί επ' αορίστω.

Η παρουσία της αλμύρας διευκολύνει κι επιταχύνει τη δημιουργία τυριού, αλλά και τις πουτσοτριχότζιβες.

- Πωπω μαλάκα, κοίτα ένα μουνί! Έφυγες για καμάκι.
- Τι λε ρε μαλάκα, είμαστε σ' αυτή ντη μπαραλία 2 βδομάδες! Είμαι φουλ αλμυρόπουτσα!
- Στ' αρχίδια σου ρε μαλάκα. Μασάς;
- Καλά λες, άμα πάρει τζούρα την τυρίλα, θα πέσει από μόνη της!

Σχετικά: τυρί, το, τυρί (ένας ορισμός), ούρδα, η, μυτζήθρα, φετέισον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified