Πρόσωπο, ζώο ή πράγμα που αποδεικνύεται εκ των υστέρων αναξιόπιστο, αναληθές, ψεύτικο και κατώτερο των αρχικών προσδοκιών.
  - Ρε φιλαράκι, που με έστειλες; Πολύ σότο η ταινία ρε. 
- Ρε φιλαράκι, που τον έστειλες; Πολύ μεγάλο σότο το γκομενάκι. Σωστό μουστάκι. 
- Πω πω ρε ψηλέ, τι σότο είναι αυτός ο παίχτης που πήραμε;