Ως υπόθετο χαρακτηρίζεται από τους σιδηροδρομικούς και το Railbus, η αυτοκινητάμαξα που χρησιμοποιείται για προαστιακά δρομολόγια.
- Σήμερα για το Κιάτο είχε τρίδυμο υπόθετο.
(Τρίδυμο σημαίνει 3 συνδεδεμένα τραίνα μεταξύ τους).
Ως υπόθετο χαρακτηρίζεται από τους σιδηροδρομικούς και το Railbus, η αυτοκινητάμαξα που χρησιμοποιείται για προαστιακά δρομολόγια.
- Σήμερα για το Κιάτο είχε τρίδυμο υπόθετο.
(Τρίδυμο σημαίνει 3 συνδεδεμένα τραίνα μεταξύ τους).
Got a better definition? Add it!
Ως πιατάκι χαρακτηρίζονται οι μονοί συρόμενοι αναβατήρες. Πήραν το όνομα αυτό από τους χιονοδρόμους λόγω του σχήματος που έχουν στην άκρη και με το οποίο τραβούν τον χιονοδρόμο.
Πάμε να πάρουμε το πιατάκι του Τηλεμάχου.
(Τηλέμαχος: Ονομασία αναβατήρα και πίστας στο χιονοδρομικό κέντρο Παρνασσού στη θέση κελάρια. Θα μπορούσε στη θέση του «Τηλέμαχος» να ήταν «Δάφνη», «Θέτις», «Περικλής» κ.λπ.).
Got a better definition? Add it!
Άγκυρα χαρακτηρίζονται οι συρόμενοι αναβατήρες στα χιονοδρομικά που ανεβάζουν ταυτόχρονα δύο χιονοδρόμους. Ονομάζονται έτσι επειδή έχουν σχήμα άγκυρας.
Πήραμε την άγκυρα να ανέβουμε στην Άρτεμις 1, αλλά επάνω είχε πολύ αέρα που δημιουργούσε πρόβλημα.
Got a better definition? Add it!
Στην ποδηλασία ως δίσκος περιγράφεται το μπροστά γρανάζι, το οποίο συνήθως έχει 2, ή και περισσότερα, γρανάζια ασύμμετρα μεταξύ τους. Ονομάζεται έτσι, εξαιτίας του σχήματος του. Διαχωρίζεται δε σε μικρό και μεγάλο δίσκο, αν και ο τελευταίος συνηθίζεται ως δίσκος.
Ο δίσκος του ποδηλάτου μου θέλει αλλαγή.
Got a better definition? Add it!
Ως κασέτα στην ποδηλασία χαρακτηρίζεται το σύνολο των γραναζιών ταχυτήτων στον πίσω άξονα.
Η κασέτα του ποδηλάτου μου έχει 9 γρανάζια.
Got a better definition? Add it!
Τεμπέλης λέγεται ο άξονας των φορτηγών, ο οποίος κατ' επιλογή μπορεί να σηκωθεί όταν δε μεταφέρεται φορτίο, ή να κατέβει όταν μεταφέρεται φορτίο.
Όταν φορτωθεί το φορτηγό, θα κατεβάσει τον τεμπέλη.
Got a better definition? Add it!
Φορνέλο / φουρνέλο: Το φορνέλο είναι ο μικρός φούρνος στα ιταλικά και λόγο σχήματος οι μικροί κολπίσκοι.
Σαν φουρνέλο (blast) είναι η τοποθέτηση δυναμίτη (ΤΝΤ) σε τρύπες που ανοίγουν σε βράχους προκειμένου να τους σπάσουν / σχίσουν.
Βάρδα ψυχή μου, βάρδα
και πάρτα όλα σβάρνα
Αυτός που θ' αγαπήσει
μπορεί και να μισήσει
Βάλε φουρνέλο κάψ' την
κι ας γίνουν όλα στάχτη
αφού μακριά σου τρέχει
κανείς δεν θα την έχει.
Κράτος μπουρδέλο, βάλτε του φουρνέλο.
“Όλη μέρα στο φουρνέλο και το βράδυ στο μπουρδέλο”.
Σε μισώ μα και σε θέλω,
το κεφάλι μου φουρνέλο,
που μου καίει το μυαλό.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τσιμπουκόφωνο ονομάζεται ο σιγαστήρας στις εξατμίσεις των μοτοσικλετών. Ονομάζεται έτσι διότι, όταν υπάρχει, μειώνει τον ήχο που παράγει η μοτοσικλέτα, όπως όταν ένας άνθρωπος έχει μια πίπα στο στόμα (ή όπως μια γυναίκα έχει το αντρικό όργανο στο στόμα κατά τη διάρκεια του σεξ!!!).
Τι έγινε ρε; Τι σαματάς είναι αυτός; Έβγαλες το τσιμπουκόφωνο μήπως και πάρει κανά άλογο το ψοφίμι σου;
Got a better definition? Add it!
Κουλός είναι και ένα εξάρτημα που τοποθετείται στο τιμόνι, συνήθως φορτηγού ή λεωφορείου, και μπορεί ο οδηγός να στρίψει γρήγορα και με το ένα χέρι.
Eυτυχώς έβαλα κουλό στο φορτηγό και δεν ταλαιπωρούμαι...
Got a better definition? Add it!
Πάπια ονομάζεται και το μέρος ενός όπλου που βρίσκεται μπροστά από την σκανδάλη. Ο πραγματικός ορισμός είναι «χειροφυλακτήρας».
Η πάπια της καραμπίνας μου είναι από ξύλο καρυδιάς.
Got a better definition? Add it!