Further tags

Στην σλανγκ του στρατού είναι ο σμηνίτης της Αεροπορίας που υπηρετεί στην ΜΑΦ (Μοίρα Άμυνας Φρούρησης). Συχνά ήταν καλή περίπτωση να υπηρετείς στην ΜΑΦ κι όχι αλλού (δες παράδειγμα), γι' αυτό και ο υπηρετών θεωρείτο ότι ήταν μαφιόζος που το είχε πετύχει με αδιαφανείς διαδικασίες.

Δύο ήταν οι ΙΕΡΟΤΕΡΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΣΤΟ 24ΩΡΟ (αν ήσουν μέσα με υπηρεσία) ενός «Μαφίοζου», οι εξής:

  1. Η στιγμή που την άραζες στην ΟΜ.Α.Ε. για να απολαύσεις την σπέσιαλ εκλεκτή μπριζόλα ΣΤΡΟΦΙΛΙΑ (με τις απαιτούμενες μπύρες και τα παρελκόμενα... [...]
  2. Όταν ο «ΑΝΤ1» έδειχνε την φοβερή υπερ-παραγωγή «ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ»! Φαντάσου....Καλοκαίρι, έξω να καίγεται ο τόπος αλλά μέσα να είναι ΟΛΑ ανοιχτά: χιτώνια, παντελόνια, παράθυρα, πόρτες, φοριαμοί κλπ, να είμαι αραχτός στα καναπεδάκια, να μασουλάμε και την τελευταία μπουκιά από τις μπριζόλες και να «ξεπλένουμε» τον ουρανίσκο μας με γενναίες γουλιές από μπύρες, κοκα-κόλες κλπ κλπ...
    Για αυτή την τόσο ΙΕΡΗ ΣΤΙΓΜΗ, έχουν ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΙ ή ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΚΑΘΟΛΟΥ μεσημεριανά «προσκλητήρια φρουράς» αφού τις περισσότερες φορές και ο ΑΚΕΦ ήταν στην ΟΜ.Α.Ε. μαζί μας.....Όπως λέει και η γνωστή διαφήμιση πιστωτικής κάρτας: «Ανεκτίμητη Στιγμή»..!
    (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Στο θεατρικό έργο που λέγεται ελληνικός στρατός, κομπάρσος είναι ο φαντάρος, σε αντιδιαστολή προς τους μονιμάδες, δες.

  1. Αυτή τη στιγμή κάνουν σκοπέτο πέντε έξι χεπχοπάδες και καμιά εικοσαριά κομπάρσοι.

  2. - Τελικά θα καταργηθεί η θητεία;
    - Τι λε ρε; Γίνεται έργο χωρίς κομπάρσους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των λελέ / απολελέ και παλαίουρας > λαίουρας. Είναι, στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, ο ακραίος λαίουρας που έχει ήδη ακούσει τα λελεδόνια να τιτιβίζουν. Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα, απολύεται ο παλιός και θα χέζει καθιστός. Ευρύτερα, λέλουρας, είναι ο παλιός που είναι αλλιώς, μα πολύ παλιός όμως, πιο παλιός πεθαίνει.

Πάσα: Knasos.

  1. Κοφεε οφ δε λελουρας (εδώ).

  2. Σιγά μην το παίζω και λέλουρας μωρή (εδώ).

  3. Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα. Λέει ο λέλουρας που καταλαβαίνει πότε πρέπει να καταχωρίσει τι στο slang.gr
    (η κατακαυλείδα του ομώνυμου λήμματος).

(από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Από τα αναφερόμενα στον ορισμό της Ιρονίκ και στο παπάρειο ντιζάινερ, καλλιτέχνης, μπορούμε να συνάγουμε ότι το καλλιτέχνης χρησιμοποιείται ως μία generic κλητική προσφώνηση, όπως τα γιατρέ μου, πρόεδρε/α, ψηλέ.

Ειδικά στο στρατό, αποκαλείται έτσι ο έφεδρος στρατιώτης (σμηνίτης / ναύτης), το κωλοφάνταρο. Υποτίθεται ότι οι καραβανάδες / μονιμάδες και ταλιμπάν είναι οι σοβαροί του έργου, ενώ οι κομπάρσοι είναι μέχρι αποδείξεως του εναντίου ύποπτοι για εκκεντρικότητα και ασοβαρότητα, οπότε καλούνται να αφήσουν τα καλλιτεχνικά, τα κομμουνιστικά και τα φιλοσοφικά, και ο,τιδήποτε τους ξεχωρίζει από την ζητούμενη ισοπεδωτική ομοιομορφία. Λέγεται λοιπόν η προσφώνηση προς τους φαντάρους με ψιλοϋποτίμηση, ψιλοζήλεια, και κυρίως επίγνωση των ορίων που χωρίζουν τους μεν από τους δεν. Από την άλλη, και οι ΕΠ.ΟΠ. είναι καλλιτέχνες.

- Ωπ, καλλιτέχνη! Τι βλέπω; Αξούριστος κι αγυάλιστος σήμερα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, είναι εξαιρετικό είδος πουλάδας και σημαίνει ότι ο αλεξιπτωτιστής που την φέρει έχει κάνει πολλές νυχτερινές πτώσεις, οπότε είναι και γαμώ τους πουλαδερούς.

- Την μαυροπουλάδα που πέρασε την είδες ρε πατόψαρο; Ψάρωσε τώρα, όπως σου αξίζει!

Μαύρη μαυρίλα πλακωσε μάυρη σαν καλιακούδα (από GATZMAN, 20/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και το κοντοσείρι, δηλαδή οι φαντάροι που έχουν καταταγεί με μία σειρά διαφορά, σε διπλανές ΕΣΣΟ. Όπως παρατηρεί και ο ΑΛΛΟΣ, είναι πάντα ο λίγο πιο νέοπας αυτός που θυμίζει στον λίγο πιο παλαίουρα ότι είναι παρασείρια, μήπως και προσλάβει λίγο την αχλύ του χρόνου. Ο παλιός δεν θα πει ποτέ έναν λίγο πιο νέο παρασείρι, από φόβο μήπως κολλήσει μέρες.

Λέγεται και «παρασειρά».

- Πού 'σαι ρε παρασείρι; Τι μου κάνjεις;
- Γνωριζόμαστε κύριε ψάρακα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψευτόμπατσος, το αποπαίδι της μπλε φυλής.

Κατά τον νόμο δεν συγκαταλέγεται στα όργανα της τάξεως, αλλά στο προσωπικό ασφαλείας, μαζί με τους ρεσεψιονίστ και τις καθαρίστριες, εξ ου και χλευάζεται περισσότερο από τα μέλη της φυλής του παρά από τους απέξω. Κακώς βέβαια γιατί η εκπαίδευσή του είναι ιδιαιτέρως σκληρή. Ενίοτε αποκαλούμε έτσι τους μπάτσους για να τους μειώσουμε.

Σλανγκικώς, χρησιμοποιείται αντικαθιστώντας το μπάτσος και τα παράγωγά του, όταν θέλουμε να δώσουμε μία ανάλαφρη νότα, μια χαριτωμενιά ή την αίσθηση απαξίωσης:
«Σεκιουριτάς στ’ αρχίδια μας», «καθίστε καλά δεν θα σας κάνω εγώ τον σεκιουριτά», «- θα φωνάξω την αστυνομία - σιγά μην φωνάξεις και τα σεκιούριτι» κλπ. Σπανιότερα δε, αντικαθιστά τον ρουφιάνο, με την έννοια ότι κάθεται στην γωνία και κόβει κίνηση, κάνει δηλαδή την δουλειά μίας κάμερας ασφαλείας.

Το ΠροΠο, οι καραφλοί, τα ΜΜΕ και οι εταιρίες που τους εκμεταλλεύονται, προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν είμαστε ασφαλείς και μας πουλάν την ψευδαίσθηση ότι βάζοντας έναν μπάστακα και μία κάμερα σε κάθε γωνία θα μπορούμε να κυκλοφορούμε ακόμα και το βράδυ χωρίς να φοβόμαστε, γιατί τώρα φοβόμαστε…

Οι μόνοι που δέχονται την αναγκαιότητα και την χρησιμότητα των σεκιουριτάδων είναι οι ίδιοι που δέχονται και την χρησιμότητα των μπάτσων, των δημομπάτσων, των τροχόμπατσων, των λιμενόμπατσων και, τέλος πάντων, όλων των σωμάτων ασφαλείας, δηλ οι μπατσόκαρδοι, οι στρατόκαυλοικαι οι φιλήσυχοι πολίτες.

Διακρίνονται δύο υποομάδες, πολλές φορές αναγνωρίσιμες και με γυμνό μάτι, όχι μόνον λόγω σωματικής διάπλασης (που δεν είναι ασφαλές κριτήριο, άλλωστε και τα φαινόμενα απατούν και δεν πρέπει να κρίνουμε από το πακέτο), αλλά κυρίως από το βλέμμα τους:

*[i]Υποομάδα 1: οι συμπαθείς*[/i]

«τι να κάνω ρε παιδιά, ένα μεροκάματο πάω να βγάλω μέχρι να βρω μία δουλειά της προκοπής. Ο φίλος σου που δουλεύει στην πιτσαρία δεν μπορεί να με συστήσει για ντελιβερά; Να του δώσω ένα βιογραφικό;»

Αποφεύγουν να κοιτάξουν τον πολίτη στα μάτια παρά μόνον εάν δουν ότι ζητά πληροφορίες. Δεν είναι από φόβο, είναι από ντροπή μήπως συναντήσουν κάποιον γνωστό τους.

Είναι αυτοί που όταν δουν να μπαίνει στον χώρο δικαιοδοσίας τους «ύποπτο άτομο»(*) θα γυρίσουν την πλάτη με την πρόφαση ότι θέλουν να βοηθήσουν την γιαγιά που ψάχνει να βρει το ασανσέρ, να χαϊδέψουν το παιδάκι που περνάει δίπλα τους κλπ. Δεν αντέχουν πολύ, αφού ούτε οι ίδιοι δεν πιστεύουν στην αναγκαιότητα της ύπαρξής τους, και μετά από μερικούς μήνες παραιτούνται (υπάρχουν και τέτοιοι μπάτσοι, αλλά αυτοί δεν έχουν τρόπο διαφυγής, μετά από χρόνια στα θρανία και όνειρα για μονιμότητα το μόνο που τους απομένει είναι είτε να αλλάξουν και να γίνουν ίδιοι με τα σκατά είτε να έχουν την κατάληξη του Σέρπικο).

Είναι οι μόνοι απ΄ όλα τα σώματα ασφαλείας που δεν ρίχνουν ξύλο αλλά σερβίρουν και προστατεύουν.

(*) Ως «ύποπτα» θεωρούνται τα άτομα που είναι πιθανό να χρησιμοποιήσουν το μετρό χωρίς να χτυπήσουν εισιτήριο, να μπουν σε δημόσια υπηρεσία και να απαιτήσουν να εξυπηρετηθούν, ή που κρίνεται ότι δεν θα ξοδέψουν αρκετά ώστε να θεωρηθούν καλοί πελάτες.

*[i]Υποομάδα 2α: οι θέλω-να-γίνω-μπάτσος-στην-θέση-του-μπάτσου*[/i]

«...να με έβλεπες εμένα στα ΟΥΚ… αλλά δεν είχα μυαλό να παραμείνω, μπορεί τώρα να ήμουνα δεκανέας… είναι και που δεν έβγαλα και το γυμνάσιο…»

Ανθρωπότυπος Κ.Δ.Ο.Α., έχουν υπηρετήσει στα κομάντα και ήταν η ωραιότερη περίοδος της ζωή τους.

Οποιοσδήποτε βρεθεί στον χώρο που φυλάσσουν θα σκαναριστεί από το έμπειρο βλέμμα τους εξονυχιστικά, μέχρι να φύγει απ’ το οπτικό τους πεδίο, εκτός κι αν κριθεί «ύποπτος», οπότε και θα τον ακολουθήσουν κάνοντας αισθητή την παρουσία τους. Είναι οι πιο επικίνδυνοι διότι όνειρό τους είναι να γίνουν ρόμποκοπ και για να το πετύχουν είναι ικανοί να κάνουν οποιαδήποτε ταρζανιά, αδιαφορώντας για το αν θα βάλουν τον κόσμο σε κίνδυνο, με απώτερο σκοπό να τους σφίξει το χέρι ο διοικητής του τοπικού τμήματος, και έτσι να τον παρακαλέσουν να πει έναν καλό λόγο στους ανωτέρους του για να μπουν απ’ το παράθυρο στο μπατσοχώρι.

Η ομοιότητα με τους μπάτσους δεν εξαντλείται στο γεγονός ότι φοράν και αυτοί στολή ή ότι περιπολούν με (ψευτο)καρούμπαλα και ύφος σερίφη, περισσότερο θα έλεγα ότι είναι η επιθυμία τους να τους μοιάσουν κρατώντας τα χαρακτηριστικά που όλοι αγαπάμε, της ευγένειας, της προσήλωσης στο καθήκον με ταπεινότητα και αυταπάρνηση, βάζοντας πάνω απ’ όλα το συμφέρον και την προστασία (της ζωής και της περιουσίας) του πολίτη, θέτοντας εαυτόν στην πρώτη γραμμή απέναντι στην αδυσώπητη μάχη με τους εγκληματίες.

[i]Υποομάδα 2β: οι παλιοί μας φίλοι - «Έχεις κάνει κράτηση;»[/i]

Ίδιοι με τους προηγούμενους. Αυτοί δεν έχουν προϋπηρεσία στα ΟΥΚ αλλά στις φυλακές, είναι δικτυωμένοι στην νύχτα και τα νυχτομάγαζα αλλά και στις συναυλίες. Γνωστοί από πολύ παλιά, με ονόματα όπως μπράβος, γορίλας, πόρτα, ντουλάπα (δίφυλλη, τρίφυλλη), φουσκωτός κλπ.

Θα μπορούσαμε να τους παραλληλίσουμε με ασφαλίτες, καθώς δεν φοράν στολή αλλά πολιτικά, ώστε να είναι εναρμονισμένοι με το περιβάλλον (φθηνό φθαρμένο κοστούμι σε σκυλάδικα, κυριλέ σε κλαμπ, τζιν πέτσινα σκουλαρίκια σε συναυλίες κλπ).

Δεν μιλάνε, βαράνε.

[i]Μερικές Χρηστικές Πληροφορίες:[/i]

  • Επειδή οι σεκιουριτάδες δεν είναι μπάτσοι, δεν έχουν δικαίωμα να κάνουν ελέγχους ταυτοποίησης* (να ζητήσουν ταυτότητα), ή έλεγχο σε τσάντες ή σωματικό έλεγχο, αλλά μπορούν να καθηλώσουν τον «ύποπτο», ή να τον συνοδεύσουν στο πλησιέστερο τμήμα και να αναλάβουν τα επίσημα όργανα.
  • Δεν έχουν δικαίωμα να οπλοφορούν** όμως, όπως όλοι οι πολίτες, μπορούν σαν ιδιώτες να βγάλουν άδεια οπλοφορίας (και άρα να οπλοφορούν), αλλά και οι εταιρίες προσλαμβάνουν (αν και απαγορεύεται) είτε συνταξιούχους είτε εν ενεργεία μπάτσους, οι οποίοι, βεβαίως, οπλοφορούν.

[I]* Οι σεκιουριτάδες που εκτελούν χρέη ρεσεψιονίστ έχουν το δικαίωμα και να ζητούν ταυτότητα και να καταγράφουν τα στοιχεία στο βιβλίο επισκεπτών, αλλά και να κρατήσουν την ταυτότητα μέχρι την έξοδο του επισκέπτη από το κτήριο, ανάλογα με τον κανονισμό της εταιρίας που φυλάσσουν. ** Ο νόμος 3707/2008, δίνει την δυνατότητα οπλοφορίας σε υπαλλήλους που εκτελούν χρηματαποστολές, αλλά και φρούρηση σε «δημόσια καταστήματα, τράπεζες, μουσεία, οικήματα που έχουν ανάγκη ειδικής προστασίας, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ή άλλων μεγάλης αξίας και σπουδαιότητας εγκαταστάσεων»[/I]
(σ.ς. σαφέστατος και αυτός ο νόμος)


Παραγγελιά της ironick στο Δ.Π.

  1. Το νέο Μνημόνιο και οι σεκιούριτι του Τόμσεν. Οι απαιτήσεις των ελεγκτών της τρόικας, οι συζητήσεις με τους υπουργούς και πώς μοιράζουν τους ρόλους του καλού και του κακού
    Από δώ

  2. Πρόκειται για μία προφανή συμπαιγνία μεταξύ των ιδιωτικών εταιριών και του κράτους το οποίο χρησιμοποιεί την τροχαία που πληρώνεται από τον ελληνικό λαό σαν ιδιωτική εταιρεία - σεκιούριτι της πολυεθνικής από κει

  3. Τα σεκιούριτι των δασών
    Ενα σύστημα ευφυών αισθητήρων που ανέπτυξαν επιστήμονες του ΕΜΠ φιλοδοξεί να γίνει ο φύλακας άγγελος των ελληνικών δασών. Το ΟΙΚΟ συνάντησε τους εμπνευστές στο δάσος της Νέας Πεντέλης όπου γίνεται η πιλοτική λειτουργία του και σας παρουσιάζει την πιο «πράσινη» τεχνολογία που αναπτύχθηκε ποτέ στη χώρα από πέρα

(από salina, 29/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαντάρος που δεν πατάει ποτέ στην μονάδα.

Σε κάποιες βυσματικές μονάδες του στρατού και κυρίως στο ναυτικό και στην αεροπορία, οι παλιοί, αργά ή γρήγορα (ανάλογα με το δόντι), γράφουν στα παπάρια τους τη μονάδα και δεν ξαναπατάνε. Αλλά επισήμως (στα χαρτιά κτλ) είναι παρόντες και καμιά φορά κάνουν και αισθητή την παρουσία τους, όπως πχ στην πρωινή αναφορά (κλίση), όπου ο οπλονόμος φωνάζει το όνομά του και τον προσπερνάει λες και τον άκουσε να δηλώνει παρών!! (μπρρρρ... ανατριχίλα)

- Πού σε πάνε;
- Σούδα, στον Ναύσταθμο σε ρυμουλκό... έχω ακούσει ότι παίζουν καλά...
- Καλά θα 'ναι ρε μαλάκα, αλλά καλύτερα να γίνεις φάντασμα σε καμία τέτοια μοναδούλα όπως εδώ, παρά να βλέπεις τον μονιμά μέχρι το τέλος...

Macchia nera (το Μαύρο Φάντασμα ελληνιστί) (από HODJAS, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό, είναι ο πόντικας. Προφ από τον πρωταγωνιστή των μικυμάου, που ήταν επίσης ποντίκι.

Αξίζει, θαρρώ, να ενσκήψουμε στην διάκριση που έκανε ο ProtNet μεταξύ ψαρά και πόντικα. Επαναλαμβάνω: Πόντικας δεν είναι ο τελείως νέος. «Είναι η επόμενη βαθμίδα. Το ψάρι (στραβάδι) δεν ξέρει πού πάνε τα τέσσερα κι έτσι είναι ο πρώτος που τσιμπάνε για χοσέ. Ο παλιός ξέρει τι παίζει και ξέρει και πώς να ξε-χοσέ, οπότε είναι κουλ. Ο πόντικας δεν έχει σχηματίσει πλήρη αντίληψη ακόμα. Αντιλαμβάνεται μεν το χώσιμο αλλά δεν ξέρει πώς να το αποφύγει. Έτσι κρύβεται όπου βρίσκει μπας και τη γλυτώσει, εξ ου και ο ποντικός!».

- Πού κρύφτηκε ο βρωμο-μίκυ τώρα που θέλουμε κάποιον για το θεριό!

Οπτικοποιώντας τον Jonas: Ο Μίκυ (Ρούρκ) πήρε το... όπλο του  (από GATZMAN, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά ο ΟΫΚάς (Ομάδες Υποβρυχίων Καταστροφών).

Τέτοιους βατραχοπόδαρους τους τρώω για πρωινό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified