Ο τάχας / ο μονίμως παριστάνων κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι. Από το αγγλικό pretender.
- Δεν τον γαμάς τον πρετεντέρη! Την είδε πλούσιος...
Ο τάχας / ο μονίμως παριστάνων κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι. Από το αγγλικό pretender.
- Δεν τον γαμάς τον πρετεντέρη! Την είδε πλούσιος...
Από το αγγλικό pretender (=αυτός που προσποιείται), το οποίο στα ελληνικά ταυτίζεται απόλυτα με το επώνυμο γλοιώδους δημοσιογράφου...
Got a better definition? Add it!