Χρησιμοποιείται κατά κόρον σε χωριά της Εύβοιας (στην περιοχή γύρω από την Κύμη μέχρι το Αλιβέρι) και σημαίνει, ανάλογα με την περίπτωση:

  1. τρομαγμένος, ξαφνιασμένος
  2. ατσούμπαλος, που κινείται νευρικά και σπασμωδικά
  1. Γύρισε χθες αργά στο σπίτι ο Γιάννης φταρωμένος, λες και είδε φάντασμα.
  2. Πρόσεχε ρε φταρωμένε, θα σπάσεις όλα τα ποτήρια!

Απαντάται και το ρήμα φταρώνομαι, κυρίως στον αόριστο στα 3 πρόσωπα του ενικού:

Ρε μαλάκα πως μπαίνεις έτσι απότομα, φταρώθηκα!

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Γορτυνίας είναι αυτός που έχει απομείνει.

Το βράδυ δε θα μαγειρέψω. Θα φάμε απ’ τα μεινεμένα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Παγωμένος, ξερός. Το βρίσκουμε στον συγγραφέα από τη Χίο Γιάννη Μακριδάκη. (Δες).

Στην αρχή όμως τα σήκωνε τα κασάκια με τα κάντρα και τις φωτογραφίες και εγύριζε στα χωριά με τα ποδά­ρια. Σαν το μουλάρι ο καμένος. Μετά επήρεν το μοτοσα­κό. Και ήπεσεν κάτω μια φορά και το έκαμε σαν οχτώ. Χειμώνας ήτανε και είχεν πάγο ο δρόμος. Και ήναψεν μιαν αστυφίδα, μου ’πε, για να μην παγώσει και τονε βρούνε ξεκουκουρωμένο στο χαντάκι. Τον εμαζέψανε κάτι περαστικοί και εσώθηκε.Έτσι την εκάμαμε την πε­ριουσία μας. Ο Θεός να αναπαύει την ψυχούλα του. Από το μηδέν ξεκινήσαμε. Από το μηδέν. (Γιάννης Μακριδάκης, Στη σκιά του όρους Όχη, Εστία, Αθήνα 2025).

Got a better definition? Add it!

Published