Στην ποικιλία της Γορτυνίας είναι αυτός που έχει απομείνει.

Το βράδυ δε θα μαγειρέψω. Θα φάμε απ’ τα μεινεμένα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που με λιγα λόγια έχει ξεμείνει στη ζωή, ο ανίκανος στην ζωή. Δεν ελπίζει πλέον για κάτι, απλά άσκοπα περιμένει κάποια αλλαγή στην μονότονη ζωή του. Είναι γνωστό ότι η μοίρα τον έχει πετάξει και περισσεύει σαν άτομο.

-Φίλε τα έμαθες για τον Στέργιο; Έχασε την δουλειά του, τον παράτησε η γυναίκα του και πέθανε ο σκύλος του.

-Άσε μάγκα, ξέμεινε ο τυπάς. Είναι εντελώς υπολειπόμενος πλέον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κατά κόρον σε χωριά της Εύβοιας (στην περιοχή γύρω από την Κύμη μέχρι το Αλιβέρι) και σημαίνει, ανάλογα με την περίπτωση:

  1. τρομαγμένος, ξαφνιασμένος
  2. ατσούμπαλος, που κινείται νευρικά και σπασμωδικά
  1. Γύρισε χθες αργά στο σπίτι ο Γιάννης φταρωμένος, λες και είδε φάντασμα.
  2. Πρόσεχε ρε φταρωμένε, θα σπάσεις όλα τα ποτήρια!

Απαντάται και το ρήμα φταρώνομαι, κυρίως στον αόριστο στα 3 πρόσωπα του ενικού:

Ρε μαλάκα πως μπαίνεις έτσι απότομα, φταρώθηκα!

Got a better definition? Add it!

Published

Τσάτρα πάτρα απόδοση του αμερικλάνικου, κατά βάση, motivated = ο έχων κίνητρο, ή κινητοποιημένος, αυτός, δηλαδή, που παρακινείται στη δράση με ισχυρή και αρκούδως εσωτερικευμένη παρώθηση, ώστε να μοιάζει ενθουσιώδης κάνοντας πράγματα τα οποία δύσκολα σε κινητοποιούν από μόνα τους και δύσκολα αποκτούν/ εύκολα χάνουν το όποιο προσωπικό νόημα.

Εμείς τον θέλουμε τον πωλητή μοτιβαρισμένο, αλλιώς πάει στον πελάτη και κλαίνε κι οι δυο μαζί.

Ο όρος μάλλον ακούγεται πολύ στο χώρο των επιχειρήσεων, ειδικά των πωλήσεων, ενός εργασιακού πεδίου έτσι κι αλλιώς ουγκα μπουγκα από την άποψη στρες και ανταγωνισμού, που γενικά τραβάει χαοτικό ζόρι με την κρίση και χρειάζεται κανείς να είναι (δηλαδή, να φαίνεται, δηλαδή, να είναι) κάργα μοτιβαρισμένος για να ελπίζει στον επιούσιο, αλλιώς, ελπίζει στον πούτσο που κλαίγανε.

Αλλά ακούγεται γενικώς, όχι πολύ, ευτυχώς.

ΤΕΡΜΑ ΜΟΤΙΒΑΡΙΣΜΕΝΟΣ, ΤΕΡΜΑ ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΟΣ, ΤΕΡΜΑ BESTΑΡΙΣΜΕΝΟΣ! AT FUNDUM! ‪#‎MotivationWeekendBEST‬ πηγή

Έπρεπε να το αναποδογυρίσεις αμέσως για να φύγει έξω το όποιο υγρό υπήρχε [...]. Η αν είσαι ποιο μοτιβαρισμενος να τον άνοιγες με την βοήθεια διαφόρων site (ifixit) η βίντεο στο youtube, όπως προανέφερε και ο φίλος από πάνω, και να το σκουπίσεις (απορροφήσεις) το υπόλοιπο με μια χαρτοπετσέτα, η με ένα ελαφρά υγραμένο πανάκι! πηγή: πώς να καθαρίσετε το mac σας αν είστε ή αν δεν είστε μοτιβαρισμένος.

Μια ακόμη ερώτηση που πρέπει να προετοιμάσεις είναι το πού φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε 5 χρόνια. Αυτή ειναι μια καλή ερώτηση και για σένα. Η δουλειά που θα κάνεις θα επηρεάσει το πού θα εισαι σε 5 χρονια. Σου κάνουν αυτη την ερώτηση για να δουν αν θα εισαι μοτιβαρισμένος για αρκετό χρόνο. Αν τους πεις πως σε 5 χρονια θέλεις να πας στο φεγγάρι, ίσως να μην σε προσλάβουν σε τηλεφωνικό κέντρο. Αν τους πεις, όμως, πως θέλεις να γίνεις εκπαιδευτής ατόμων που εργάζονται σε τηλεφωνικό κέντρο, η θέση μάλλον θα είναι δική σου. πηγή: βρες δουλειά στο εξωτερικό.

Και επειδή σε μεγάλη πλειοψηφία ο άνθρωπος είναι "κοκο" και φοβάται την αλλαγή και την εξέλιξη γενικώς συνεχίζει είτε να καταστρέφει τον κόσμο, είτε να κατατστρέφει τα παιδιά του, είτε να θεωρεί την οικογένεια ένα σόου που πρέπει να κάνει κι αυτός με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η παραμικρή παιδεία και προυπόθεση να ερθει στον κόσμο ενα παιδί αλλά να έρχεται απλά γιατι ήρθε η ώρα (έλεος), είτε να ψηφίζει και πάλι τους ίδιους που μοιράζουν στις τράπεζες δις όταν δεν μοιράζουν σε κανέναν το εφάπαξ. Απλά γιατι ο άνθρωπος πλέον έχει γίνει λίγο απάνθρωπος. Μοτιβαρισμένος και συμβιβασμένος. πηγή

ΠΟΡΩΜΕΝΟΣ = "Μοτιβαρισμένος"(από μόνος του) και Αποφασισμένος(20 πάντα) για τη νίκη. ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ = 'Ακαμπτος, Αλύγιστος, Ασυνεπής, 'Ατοπος, Αυτός που δεν συμμορφώνεται. πηγή: συζήτηση σε φόρουμ για το παιχνίδι football manager με θέμα τη μετάφραση αγγλικών όρων στην ελληνική βερσιόν (driven, motivated, κλπ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν οδηγείς με πολύ μεγάλη ταχύτητα, πλακώνοντας το γκάζι, όταν πας δηλαδή σανιδωμένος, κομμάτια, μαλλιοκούβαρα, πουτάνα κ.τ.ό. Εκτός από αυτοκίνητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλα οχήματα.

  1. Είμαι που λες δικέ μου, αραγμένος στα Λέδερ θερμαινόμενα καθίσματα σκέτος βούδας υπερδιπλάσιε. Μόλις έχω παραλάβει το καινούριο Φεράρι τούρμπο κάμπριο ενερτζάιζερ με εί μπι ε και αερόσακο και έχω βγει κολλητέ μου στην εθνική για ροντάρισμα. Κάτσε καλά ογκόλιθε έτσι; Μιλάμε για δέκα χιλιάδες κυβικά μηχάνημα δεκαπεντάρι κιβώτιο ταχυτήτων και δεκαπέντε κιβώτια γαριδάκια στο πορτ μπαγκάζ. Έχω γεμίσει και το ρεζερβουάρ σε μία Σι Ελ και κατεβαίνω πλακωμένος στην Εθνική, δίπλα η κυρία, διαβάζει το Μόδα Μπάνιο για να διαλέξει τι μπιντέ θα βάλουμε στο αυθαίρετο. (Χάρρυ Κλυνν, βλ. μήδι).
  2. Όταν ο άλλος κατεβαίνει πλακωμένος από Χαλκιδική (για παράδειγμα), και σου ανάβει και τα φώτα γιατί πας μόλις με 100 (και λόγω βροχής), ε κάτι φταίει. Και αυτό που φταίει, είναι κάτι που λέγεται οδηγική παιδεία (ή πιο σωστά, η απουσία της). Σκέψου μάλιστα, όταν στο κάνει στη δεξιά λωρίδα! (Σαράντα νεκροί σε τροχαίο).
  3. Άρα, αν ερχόταν πλακωμένος ανάποδα τον μονόδρομο στην αριστερή πλευρά του δρόμου και όχι την δεξιά (δηλαδή ο δρόμος δεν είχε ποδηλατόδρομο και στις δύο πλευρές) τότε δεν ήταν σύμφωνα με τον νόμο. (Εδώ).

Στην αρχή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική σλανγκιά για παίκτες ή ομάδες που βρίσκονται σε φόρμα.

Για να μην ταυτολογώ, σπάω και τα ξαναρίχνω: οι φορμαρισμένοι παίκτες και οι φορμαρισμένες ομάδες παίζουν σρο μάξιμουμ των επιδόσεων τους. Αυτό τεκμηριώνεται και στατιστικά, ανατρέχοντας στους αριθμούς τους. Αφορμάριστοι αντίστοιχα είναι όσοι παίζουν πολύ κάτω από τις μέσες επιδόσεις τους (βλ. Γ.Τ.Π.).

Αγγλικανιστί: in form.

1.
Ξεκάθαρα, ο Γκάρεθ Μπέιλ είναι ο πιο φορμαρισμένος παίκτης στον κόσμο. Γιατί βάζει γκολάρες, γιατί χαρίζει νίκες, γιατί ευρωπαϊκοί σύλλογοι «σφάζονται» στα πόδια του και γιατί το λένε οι αριθμοί!

2.
Ο Έλληνας grinder είναι ίσως ο πιο φορμαρισμένος παίκτης αυτή τη στιγμή στη χώρα και τα αποτελέσματα του το αποδεικνύουν.

3.
Ως την πιο φορμαρισμένη ομάδα αυτή την περίοδο χαρακτήρισε τον ΠΑΟΚ ο Ανδρέας Παντζιαράς μιλώντας στην κάμερα του novasports.

4.
Φλεβαράκης: «Μεγάλη και φορμαρισμένη ομάδα ο Άρης»

Μεταφορά στην εξωποδοσφαιρική ζωή. (από Khan, 07/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για παρήχηση της μετοχής «λήξασα», κατά το ίδιο πρότυπο που το «ελάχιστος» γίνεται «ελάστιχος».

Το «λήξασα» είναι μετοχή παθητικής φωνής του ρήματος «λήγω» και σημαίνει ότι μια διαδικασία έχει περατωθεί, κυρίως από πλευράς χρόνου.

Αντίθετα, η λύσσα (υδροφοβία) είναι μια σοβαρή, θανατηφόρος, αλλά σπάνια ευτυχώς νευροεκφυλιστική ζωοανθρωπονόσος, που οφείλεται στον ομώνυμο ιό και μεταδίδεται στον άνθρωπο από δήγμα μολυσμένου ζώου.

Η συνεδρίαση θεωρείται λύσσαξα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τίτλος τσόντας. Περιγράφει την σεξουαλική πράξη, όντας ένα μεταξύ πολλών λογοπαιγνίων που εμπνέονται από την ταινία κινουμένων σχεδίων Ποκαχόντας.

Πρβλ. και Αγκομαχώντας, Πογαμιόντας,, Μοναχόντας (τραγούδι Ημισκουμπρίωνε) κ.ά.

Ασίστ: Κοντρ.

Σλάνγκος σαπουνόφιλος: Τον πήγε Αθήνα- Ναμίμπια πογαμιόντας τον έρμο τον Πέρι!
Σλανγκαρχίδης: Δεν έβαλες το λήμμα στο παράδειγμα.
Σλάνγκος σαπουνόφιλος σταρχιδιαμόλ: Ωχ αδελφέ! Άσε θα τον βάλει κανάς μόδιστρος...

Ο μοναχός- ο μοναχόντας. (από Dirty Talking, 17/06/09)

Σιγά και να μην το βάλει ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αγύριστος. Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να εκ-διώξουμε κάποιον/-α.

- Άμα δε σ΄αρέσει ο τρόπος μου, πάρε την άγουσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified