Ο πωπός, το κωλαράκι.

Είσαι σίγουρος ότι δεν θα μας πιάσουνε το πωπουδέλι στο εστιατόριο που μας πας;

Άστα φόρεσε η Μαρία έναν στρίνγκαρο στην παραλία και πέταξε όλο το πωπουδέλι της έξω! Κόλαση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νεαρό και ελκυστικό γκομενάκι που μόλις έχει περάσει στο πανεπιστήμιο. Το υποκοριστικό προέρχεται μάλλον από τη Μυτιλήνη, όπου η κατάληξη -έλι χρησιμοποιείται συχνά. Χαρακτηριστικά: το μουνέλι, το μωρέλι.

Πω πω κάτι καβλερά μουναρδέλια που είδα σήμερα στην πλαζ, μου ήρθε να χυμήξω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified