Συγκριτικός βαθμός του (ουσ.) σανό, το, ήτοι η γνωστή αγελαδοτροφή.
Χρησιμοποιείται στη φράση: Άντε, και σανότερα (και εις ανώτερα)
- Φέτος λόγω 5ετίας, πήρα προαγωγή σε ανθυποτίποτα... - Και σανότερα!
Got a better definition? Add it!
Published 2012-01-25 13:52:20+00:00 Last modified 2015-06-26 06:15:59+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.