Το γράδο (grado) ως δάνειο από την ιταλικήν χρησιμοποιείται στην ναυτική αργκό με την ακριβή μετάφρασή του (βαθμός, μοίρα). Ως τεχνική ορολογία, δε, αναφέρεται στο όργανο του πυκνόμετρου, σε πιο οινολογικές και κρασοκατανυκτικές καταστάσεις. Εξ ου και η χρήση του στους βαθμούς της απόσταξης και της περιεκτικότητας σε αλκοόλ.
Επειδή όμως και ο ναυτικός και ο πότης την έχουν τη μαγκιά ατελείωτη, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να σταματήσουν εκεί.
Τα γράδα, και μόνο ως πληθυντικός, εμφανίζονται ως:
- απώλεια προσανατολισμού
- Θα σου γαμήσω / κάνω / ράνω κ.α., (opt.) μάνα / μανάρα μου, να σου φύγουν τα γράδα.
- επαναφορά σε συγκεκριμένα στάνταρ
- Θα συμμορφωθείς / ηρεμήσεις κλπ. ή θες να φας / αρπάξεις, κανα μπουκέτο / σφαλιάρα, να βρεις τα γράδα σου;
- συγχρονισμός
- Πρέπει να μείνουμε και λίγο στο ίδιο σπίτι με τη Μαρία, να βρούμε τα γράδα μας.
Υπάρχουν και συνδυασμοί των ανωτέρω (βλ. παράδειγμα).
- Πω πω κούνημα η τύπισσα!! Κόλαση!!
- Παιδί μου!! Έλα 'δω να σου ρίξω μια ζυγοστάθμιση να βρεις τα γράδα σου!