Παλιά ονομασία των drum machines ιαπωνικής κατασκευής και προέλευσης, που κυκλοφορούν ακόμη και σήμερα στα καταστήματα μουσικών οργάνων. Η έκφραση χρησιμοποιήθηκε αρκετά από μουσικούς και ακροατές της εγχώριας μέταλ και ροκ σκηνής στα '90'ς, τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στα άρθρα του μουσικού τύπου.

Αν και εν τέλει κατέληξαν ανέκδοτο, οι διάφοροι γιαπωνέζοι ντράμερ είχαν μεγάλη παρουσία στις αντεργκράουντ μουσικές σκηνές, στήριξαν πολλές δουλειές κανονικών συγκροτημάτων ενώ υπήρξαν βασικά -ενίοτε δε και και ιδρυτικά- μέλη σε μονομελείς ή ολιγομελείς μπάντες, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Αρκετοί γιαπωνέζοι ντράμερ έφτασαν μάλιστα να σχηματίσουν μεγάλη δισκογραφία προτού τραβήξουν το δρόμο της εθελούσιας συνταξιοδότησης λόγω των εξελίξεων στο πεδίο της μουσικής τεχνολογίας. Στην Ελλάδα, οι γιαπωνέζοι ντράμερ έχτισαν καριέρες σε ουκ ολίγα συγκροτήματα των '90ς, κυρίως στουντιακά (αρκετά του μπλακμεταλλάδικου και βλακμεταλλάδικου ιδιώματος, χωρίς όμως να περιορίζονται αποκλειστικά σε αυτά, αλλά ούτε και αποκλειστικά στο μέταλ) εμφανιζόμενοι σε πολλά ντέμο, αλλά και σε ολοκληρωμένες δισκογραφικές δουλειές εκείνης της δεκαετίας.

Η ίδια η έκφραση τείνει πλέον να έχει μία νοσταλγική χροιά, όταν πολλά συγκροτήματα έχουν πλέον ενεργό μέλος -και μάλιστα σε ζωντανές εμφανίσεις!- τον Κο Vaio και άλλους εκλεκτούς απογόνους της ευγενούς οικογενείας των λαπιτοπίων.

Πάσα: Πάτσης

1.Αφρικανικά λικνίσματα στην ταράτσα, «ευτυχία είναι...», κάτω μαγνήτες, κιθάρες στον ενισχυτή μπάσου, μπάσο σαν κιθάρα, κουβέρτα στο ταμπούρο, φωνή ταμπουρωμένη, «ευτυχία είναι να παίζεις μουσική και να μη σε ακούει κανένας», γιαπωνέζος ντράμερ... βζζζ, βζζζζτττ κούρδισε λίγο τα ποτενσιόμετρα γιατί πιάνω ακαταλαβίστικα. Δεν πειράζει. Έτσι ήτανε πάντα μόνο που κάποτε ήμασταν παιδιά μα τώρα δες πως γίναμε παιχνίδια. (Εδώ)

2.Εμείς είχαμε έναν ντράμερ στο μαγαζί ο οποίος έφαγε πόδι γιατί, απ'τα λεγόμενα των υπολοίπων καλλιτεχνών, αυτός έφταιγε που η ορχήστρα έπαιζε οτι να΄ναι. Τελικά πήραν ενα γιαπωνέζο ντράμερ, ενα KORG, και πάλι η ορχήστρα παίζει οτι να'ναι. εγω πάντως ποτέ δεν κατάφερα να βρω ποιός φταίει. (Εκεί)

(από electron, 15/12/10)(από electron, 15/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των μουσικών, για το (μουσικό) όργανό τους, είτε ως ειρωνικό σχόλιο (λόγω μακρόχρονης αχρησίας), όρος που χρησιμοποιείται ευρέως για πολλά αδρανή πράγματα- προσώπατα, είτε επαινετικά (π.χ. το εργαλείο) που προέρχεται απο το ξύλινο σκάφος τους (π.χ. μπουζούκι, κιθάρα, πιάνο κλπ), αλλά έχει επεκταθεί και σε άλλα διαφόρων υλικών κατασκευής (π.χ. τουμπερλέκι, σαξόφωνο κλπ).

  1. Αχρησία:

Εμφανίσθηκε κάποτε σε πίνακα αγγελιών, γνωστού κυψελιώτικου στούντιο μουσικής, αυτογνωσιακή αγγελία πώλησης κιθάρας λόγω ελλείψεως ταλέντου (!)

Ο Κώδικας του Χαμουραμπί, μεταξύ άλλων έγραφε ότι σε περίπτωση που ο ενήλικος υιός, που έχει συμπληρώσει το 20 έτος της ηλικίας του και επί 5 έτη από της συμπληρώσεως δεν εργάζεται, λογίζεται έπιπλο και δύναται να πωληθεί ως τέτοιο...

Οι λόγοι αχρησίας μουσικών οργάνων ποικίλουν: Π.χ. μπορεί να οφείλεται σε ανεπιθύμητο δώρο προς ανήλικο, στον οποίον έχουν επιβάλει στανικά τον όρο της εκμάθησής του οι γονείς του (διότι τα παιδιά των καλών οικογενειών παίζουν πιάνο κλπ-κλπ), διότι ο ανήλικος θέλησε ο μαύρος να μάθει, πλην υπέστη επανειλημμένως την τραυματική γονική παραγγελιά- χαρτούρα ενώπιον τρίτων «Κωστάκη παίξε μας κάτι στο φλάουτο» κλπ-κλπ και εγκατέλειψε, διότι δεν διάβαζε παρτιτούρες, προτιμώντας να παίζει «με το αυτί» και τόνε πόνεσε, διότι η δασκάλα είχε λάβει ύφος βικτωριανής νταντάς σε συνδυασμό με Μίστερ Μυγιάκι (βλ. σε χώνω για να μάθεις) και επέπληττε δριμύως το ανήλικο κάθε φορά που «κόμπιαζε» μουσικώς, χτυπώντας το στα δάχτυλα με αποικιακή βίτσα και τα μούτζωξε, διότι το σπίτι έμπαζε υγρασία και το όργανο σκέβρωσε, διότι έμαθε μεν το όργανον, πλην όμως η καθημερινόπιτα ισοπέδωσε κάθε αισθητική του αναζήτηση μετά την ενηλικίωση, διότι η γιαγιά που έπαιζε μαντολίνο απεβίωσε-ζήτω η γιαγιά (!)

Ειδικά οι παλιότερες γενιές (π.χ. μέχρι το 1920-1930), σκάμπαζαν ανεξαιρέτως από οιοδήποτε είδος μουσική (π.χ. δημοτικά με φλογέρα) κι είχαν πάντα μέσα σε κάθε σπίτι (φτωχό ή πλούσιο) τουλάχιστον ένα μουσικό όργανο, αφού δεν υπήρχε ραδιόφωνο (ή αποτελούσε πολυτέλεια) και τηλεόραση κι έτσι η αναγκαία μουσική υπόκρουση για την διασκέδαση κατά μόνας ή στις βεγγέρες, εξαρτώνταν από τον ίδιο τον αμφιτρύωνα ή κανα φίλο-συγγενή που ήξερε να παίζει. Αραιά και που, στα μεγάλα καζάντια ή σε εξαιρετικά γεγονότα (π.χ. γάμος κλπ), καλούσαν τα όργανα (επαγγελματίες), προκειμένου να παίζουν καλύτερα αλλά και για να μην ταλαιπωρούνται οι γλεντοκόποι (όποιος ερασιτέχνης έχει βγάλει ολονύχτιο πρόγραμμα έστω και με κιθάρα παραλίας θα καταλάβει)...

Οι νεοέλληνες τόσο μυαλό είχαν, που όχι μόνο δεν έμαθαν να παίζουν αλλά διέπραξαν το έγκλημα να πετάξουν ή να πουλήσουν στα γιουσουρούμια τα παλιά μουσικά όργανα των προγόνων τους, θεωρώντας τα προφανώς «έπιπλα», λες και τους ζητούσανε ψωμί. Χαρακτηριστικά, στην κατά τα λοιπά απολαυστική «Θεία απ’ το Σικάγο» (1957), μαζί με την μασίφ χειροποίητη σερβάντα που αντικαταστάθηκε από ένα νοβοπάν ψωρο-μπαράκι με τροχούς για το ιουίσκι (sic), πήρε εξόδου και το πιάνο με τα κηροπήγια (!) και στη θέση του βάλανε ένα αμερικάνικο ραδιόφωνο, δίκην εκμοντερνισμού...
(Σήμερα παίρνουμε ΙΚΕΑ να βολευτούμε όπως-όπως, αφού δε χωρούν τα παλιά ποιοτικά αλλά μονοκόμματα έπιπλα στα κονσερβοκούτια που χτίσαμε γκρεμίζοντας τα νεοκλασικά).

  1. Καμάρι

Η επαινετική χροιά της έκφρασης, ανάγεται στην ψυχική εγγύτητα που νιώθει ο μουσικός με το όργανό του. Το φροντίζει, το συντηρεί και το διακοσμεί (είναι πασίγνωστα π.χ. τα προσωπικά λαϊκά ξόμπλια των οργάνων των μπουζουκτσήδων, ακόμα κι οι λατέρνες που θεωρούνταν μουσικά όργανα σημαιοστολίζονταν).

Είναι η αχώριστη συντροφιά του (βλ. «Μπουζούκι μου διπλόχορδο» Μ. Βαμβακάρης), πάντα ταξιδεύει μαζί του (αν είναι φορητό) παίξει-δεν παίξει, το ψωμί του, το μεράκι του (βλ. «Μου σπάσανε το μπαγλαμά» Π. Γαβαλάς / «Ο κυρ-Θάνος πέθανε» Γ. Μπιθικώτσης κ.α.), η περηφάνια του (βλ. «Απόψε το μπουζούκι σου» Β. Τσιτσάνης), η μουνοπαγίδα του (βλ. αναγκαστική εκτέλεση «έντεχνου» προς άγραν γκομενίτσας κουλτουριάρας-αν και σπανίως γαμεί ο κατάκοπος οργανοπαίχτης αλλά μάλλον φτιάχνει την κατάσταση και δράττονται της ευκαιρίας οι λοιποί άρρενες-λύκοι να κάνουν παιχνίδι), η ερωμένη του (έλεγε ο B.B. King «μάθαινα κιθάρα να παίζω στα κορίτσια-όταν οι άλλοι χτυπούσαν γκόμενες εγώ έκανα πρακτική-κάποια στιγμή που έφτασα να παίζω καλά και να γουστάρω, είπα δεν ασχολούμαι με γκόμενες, έχω την κιθάρα μου»), εν τέλει η προέκταση του εαυτού του.

Για το λόγο αυτό, είναι τραγικό για έναν μουσικό (κουτσουρεύεται η προσωπικότητά του) να του αφαιρείται το όργανο στη φυλακή και να σαπίζει στην αποθήκη, αφού πειθαρχικά (αυτό τους μάρανε) δεν επιτρέπονται οι οργανοπαιξίες, που στο κάτω-κάτω αποβαίνουν ανακουφιστικές για τους κρατουμένους κι αποσοβούν την ένταση (εκνευρισμοί-μαχαιρώματα κλπ) της κλεισούρας.
Βέβαια, τα μαγκάκια προκειμένου να βγάλουνε το κασαβέτι τους, πάντα βρίσκανε έναν τρόπο να βάλουν ζούλα στη στενή ένα μικρό όργανο (π.χ. μπαγλαμαδάκι) ή αλλιώς το φτιάχνανε υποτυπωδώς μόνοι τους με ένα κούτσουρο που το σκάλιζαν εσωτερικά ή το έκαιγαν υπομονετικά με κάρβουνο.

Σημειωτέον, ό,τι έπιπλο (ή κουτί ή εργαλείο κλπ) καλείται και το τάβλι, ποτέ όμως ένεκα αχρησίας, αλλά πάλι λόγω του ξύλινου σκάφους του, το οποίον μπορεί να αποβεί φονικόν όπλον εις χείρας ασυνειδήτου παίκτου, είτε μεταφορικώς (ο νικητής φονεύει την αυτοπεποίθησιν και τον ναρκισσιμόν του ηττηθέντος) είτε κυριολεκτικώς (ο ηττηθείς του το σβουρίζει στο κεφάλι)...

- Ποιον παίρνεις;
- Τον Στέλιο, έχω να τον δω πολύ καιρό κι είπα να μαζευτούμε σπίτι το βράδυ όλοι μαζί. Είσαι;
- Αμέ! Ρε συ, δεν παίρνεις και το Μήτσο να φέρει το έπιπλο, να μας παίξει κανα ταξιμάκι να γουστάρουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified