Γαλλικής έμπνευσης παραλλαγή της λέξης «φραπές». Χρησιμοποιείται σε στιγμές χαλάρωσης, ανεμελιάς, τεμπελιάς και σπαρίλας.

Προφέρεται και φγγγαπού (γαλλική προφορά).

  1. - Τι κάνεις μαν, διαβάζεις για αύριο;
    - Μπα, έχουμε φτιάξει φραπού και το κωλοβαράμε.
    - Κατάλαβα πάλι θα μείνουμε...

  2. Λίωνω, όπως ο Λένον για τη Γιόκο Όνο,
    σαν τα παγάκια στη φραπού που τώρα στρώνω...
    (στίχος των Χατζηφραγκέτα)

(από Khan, 10/04/13)Και η σάμερ βερζιόν (από Khan, 10/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εκ του ζύθου εξαρτημένος.

Η χαρά του ψιλικατζή. Ελάχιστη ημερήσια κατανάλωση μπύρας: δέκα φιάλες. Ο υπολογισμός της μέγιστης δεν είναι δυνατός (διαίρεση με το μηδέν). Μην σας παρασύρει λέγοντας σας «πάμε για καμία μπυρίτσα», θα ξυπνήσετε με πονοκέφαλο ή/και σε άλλο σπίτι.

Προς τους ψιλικατζήδες: μην του πουλάτε περιπτερόμπυρα σε σακούλα, δεν τη χρειάζεται και βλάπτει το περιβάλλον.

- Έχεις κανένα ψιλό να μου δανείσεις;
- Πήγαμε με το Χρόνη για μπύρεςχθες.
- Άσχετο;
- Τι άσχετο ρε μαλάκα, 100€ χάλασα. Ο τύπος είναι μπυρομανής.

(από nick, 09/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified