Καριόλα είναι επίσης η κρεμάστρα.

Cha0sHunter: Άσε το μπουφάν σου στην καριόλα.
Stdedos: Σε ποια από όλες;!; (Είχε πολλές κρεμάστρες το σπίτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καριόλα ήταν, είναι και θα είναι η καρέκλα (το κάθισμα) του γυναικολόγου, που βάζει την πελάτισσα-ασθενή του να κάτσει έτσι ώστε να βλέπει καλά έξω και μέσα των γεννητικών οργάνων της. Ενίοτε, στην θέα όμορφης και έτοιμης προς ατασθαλίες γυναικός, ο ιατρός με την ασθενή, έπεφταν σε σεξουαλικές περιπτύξεις. Εξού και το «θα γίνει της καριόλας»!

Άνοιξε μωρή καριόλα τα πόδια να δούμε τι παιδιά θα κάνουμε!

Αυτό εννοείς Πάτση; (από poniroskylo, 03/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγγενικός όρος με την «πουτάνα» αλλά με μία τεράστια διαφορά: Ενώ η «πουτάνα» πάει με ΟΛΟΥΣ, η «καριόλα» πάει με όλους ΕΚΤΟΣ από ΕΣΕΝΑ
Γράφεται και «καργιόλα».

- Το Μαράκι χθες φίλε έκανε ρεκόρ. Πήγε με εμένα, τον Ηλία, τον Σπύρο, τον Κώστα, τον…
- Μόνο εμένα δε μου κάθεται γαμώ!
- Ναι το πουτανί! Περίεργο ε;
- Δεν είναι πουτανί! Καριόλα είναι γαμώωωωωω!

Got a better definition? Add it!

Published

Κλασικός χαρακτηρισμός σχεδόν όλων των γυναικών με λίγες δυστυχώς μονάχα εξαιρέσεις. Απευθύνεται σε γυναίκες μόνο, που δεν έχουν πάει ή δεν θέλουν να πάνε πια μαζί σου.

- Τελικά είναι όλες καριόλες.....
- ...και ειδικά η καύτρα....

(από Khan, 28/04/13)(από Khan, 24/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Καριόλα έλεγαν το μεταλλικό κρεββάτι.λεζάντα εικόνας

Πήγαμε στο επιπλάδικο για να αγοράσουμε καινούργια καριόλα.

Got a better definition? Add it!

Published