(α) Πανωλεθρία, ολική καταστροφή. Το λέμε όταν κάτι πήγε πάρα μα πάρα ΜΑ ΠΑΡΑ πολύ στραβά. (βλ. παράδειγμα 1)

(β) Σερί γκαντεμιάς. Όταν όλα πάνε κατά διαόλου το ένα μετά το άλλο, το τελευταίο θα είναι να γαμηθεί και η πιπεριά. (βλ. παράδειγμα 2)

Συνώνυμα: γαμήθηκε ο Δίας, πουτάνα όλα.

Προέλευση: Από το πρόσφατο καλτ φαινόμενο του συσιφονιού «το σαραντατρίο» (βλ. μύδι 1). «Πήρε να χαλάσει το φασόλι, πήρε να μαραζώσει το λεμόνι... Η πιπεριά γαμήθηκε...» (Εδώ βέβαια, ο επαγγελματίας οδηγός το λέει κυριολεκτικά.)

  1. - Ωχ! Τι έγινε εδώ μέσα; Πλημμυρίσατε;
    - Άσ' τα να πάνε. Έσπασε ο θερμοσίφουνας όσο λείπαμε διακοπές, και βρήκαμε το σπίτι ρημαδιό, νερά παντού. Έβαλα σφουγγαρίστρα, άρχισα το μάζεμα, δέκα κουβάδες έχω αδειάσει κι ακόμα σαν το Δέλτα του Νείλου είμαστε. Σου λέω, η πιπεριά γαμήθηκε...

  2. - Τι ώρα είναι αυτή, ρε Γιώργο; Τρεις ώρες άργησες, θα σε πάει πίπα-κώλο ο προϊστάμενος.
    - Δε φταίω εγώ ρε Βαγγέλη, με μουντζώσανε σήμερα.
    - Δηλαδή;
    - Χάλασε τ' αμάξι, λεωφορεία στο δρόμο μου δεν πέρναγαν γιατί κάναν έργα, το μετρό δεν κουνιόταν γιατί κάποιος φούνταρε στις γραμμές, ταξί δεν είχε λόγω απεργίας, η πιπεριά γαμήθηκε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified