Ανθρώπας, συνήθως μεσόκοπος και πολιτισμικά υπανάπτυκτος με παλιομοδίτικα, καγκούρικα και βερμουδιάρικα γούστα, που αρέσκεται να φοράει κάθε είδους καδένα σε διάφορα σημεία του σώματος και/ή να διακοσμεί με καδένες τα υπάρχοντά του. Συχνά κακοποιό στοιχείο.

Σε πλήρη ανάπτυξη, ο καδενάκιας είναι εξοπλισμένος με καδένα...

  • ...λαιμού, η οποία συνήθως είναι σταυρουδάκι ή σταυρουδάρα (μην ξεχνάμε ορθολοξία και πατρίδα!),
  • ...χειρός, που όσο παχιά, τόσο πιο κάγκουρας ο τύπος,
  • ...τσέπης, η οποία μπορεί να καταλήγει σε ρολόι ή σε τίποτα απολύτως,
  • ...γυαλιών ηλίου, η οποία κρέμεται μπροστά στα μούτρα του ηλίθιου,
  • ....σε κουτάκι που κρατάει στο χέρι του για να την προσφέρει στη σκυλοπουτάνα που πηδάει,
  • ...αυτοκινήτου, η οποία κρέμεται από τον καθρέφτη του (συχνά περισσότερες από μία) και καταλήγει σε βυζαντινό εικόνισμα, σε σκορδάκι, σε ματόχαντρο, σε φωτογραφία της μάνας του ή της σκυλοπουτάνας που πηδάει, σε όλα τα παραπάνω μαζί,
  • ...ποδός, πολύ χοντρή, που καταλήγει σε μπάλα από ατσάλι (όταν πρόκειται για κακοποιό στοιχείο)

Η όλη εμφάνιση συμπληρώνεται συχνά με ένα βαρβάτο τσαπόνυχο, ενώ στα πόδια του φοράει γυναικεία σαμπώ τύπου Dr. Scholl. Συχνός σε παραλίες, όπου στέκεται όρθιος με προτεταμένη μπάκα και ατενίζει τους γλάρους καπνίζοντας Marlboro ή πούρο Αβάνας.

  1. - Ωραίο μουνάκι το ξανθό! Για τρελά πηδήματα!
    - Μαλάκα, ούτε να το διανοηθείς. Τα 'χει με 'κείνο τον καδενάκια εκεί κάτω. Θες μπελάδες;

  2. Όλοι φιγουράριζαν με την χλίδα τους, τις μεζονέτες στα νησιά του Αιγαίου και αλλού, βουλευτές, βολευτάδες, τζιπάτι των 4Χ4, καδενάκηδες όλων των πολιτικών αποχρώσεων, από δεξιούς προστάτες και μπλαζάτους γόνους μεγαλοτζακιών, μέχρι τους επανασοσιαλίζοντες πασόκους και μέχρι τους αριστερούς των off shore και των γκλαμουράτων κουλτουριάρηδων του Κολωνακίου, που ούτε λίγο ούτε πολύ, αμέριμνοι και χορτάτοι, προκαλούσαν με τα πλούτη και την άνεση, που δεν έκρυβαν, κάνοντας επίδειξη αγαθών του «ευ ζείν»...
    (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified