Σούπερ ντούπερ υπερθετικός βαθμός του «πολύ».
Προσδιορίζει μέγα πλήθος, απροσμέτρητο, ατελείωτο, τα πάντα.
Χρησιμοποιείται κυρίως στο επαγγελματικό σινάφι των μουσικών και τραγουδιστών.
- Έχει μεγάλο ρεπερτόριο ο μπουζουκτζής που θέλεις να μας φέρεις;
- Παίζει τον άμμο της θάλασσας.