1. Αυτός που έχει πολλά προσόντα. Που το τσιβί (CV απ' το Curriculum Vitae = Βιογραφικό Σημείωμα) του μοιάζει σεντόνι.

  2. Ο ψωλαράς.

- Πώς πήγε με τη μισή μερίδα;
- Χα! Μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι χρυσή μου. Και γαμώ τους προσοντούχους. Μια μαλαπέρδα να! με το συμπάθιο.
- Βρε βρε τον Khan!

Προσοντούχος πρόγονος (από sstteffannoss, 09/11/10)Προσοντούχος μύτη (από Vrastaman, 10/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified