Σκουπίζω τη σάλτσα από το πιάτο με ψωμί. Αστικό ιδιωματικό της Κρήτης, προφανώς κατάλοιπο ενετικό εκ του pane (ψωμί).
Πανιαρίσματα, αντίστοιχα, αποκαλούνται οι μπουκιές ψωμιού βουτηγμένες στη σάλτσα.
- Ήταν λίγο το φαΐ; Πάνιαρε το πιάτο σου να χορτάσεις!
- Αυτό είναι αδικία! Εσύ να τρως το μεζέ κι εγώ τα πανιαρίσματα...