Ο σαλεμένος, ο αλαφροΐσκιωτος, ο χαζεμένος, ο τρελός.
Λατρεμένη σούρδικη λέξη, που προφέρεται με τόνο σαρκασμού και άκρατης ειρωνικής διάθεσης.
- Σιγά μην άφηνα τη Σούλα μόνη της στο σπίτι! Αυτή είναι σαλή, μέχρι να επέστρεφα θα ήταν ικανή να το κάψει!