Πρόκειται για τα υπολείμματα χαρτιού που μαζεύονται ανάμεσα στα κωλομάγουλα, κυρίως όταν το χαρτί υγείας είναι κακής ποιότητος (άρα και μικρής αντοχής) ή όταν ο κώλος είναι βρεγμένος.

Κατ΄επέκταση μπορεί να λειτουργήσει και σαν επιθετικός προσδιορισμός για άτομο πολύ κακής πάστας, άχρηστο και ανήθικο.

  1. Μαλάκα είχα να κάνω 3 μέρες μπάνιο και χτες που έξυσα τον κώλο μου ήταν τίγκα στο κωλόξυσμα.

  2. - Θα έρθει και ο Γιώργος στο τραπέζι το βράδυ. - Αυτό το κωλόξυσμα που μας έκλεβε στα χαρτιά προχτές; Μην μου το χαλάς τώρα...

Για κωλοπετσομένους (από sstteffannoss, 22/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified