Το θυμάμαι να λέγεται κατά κόρον από τύπους στο ενδιάμεσο μάστορα και καθηγητή πανεπιστημίου, στο πολυτεχνείο πάτρας, τμήμα πολιτικών μηχανικών, στο πανεπιστήμιο ο άγιος ανδρέας βοήθειά σας. Λέγεται και από αντίστοιχους τυπαίους γενικότερα πάντως.

Ορίζουμε, λοιπόν, στα μπετά, την οριακή ποσότητα χάλυβα που πρέπει να μπει στο στοιχείο (δοκάρι, κολώνα, πλάκα mechanics). Νορμάλ, υπάρχουν δύο οριακές ποσότητες, μία με την ελάστιχη επιτρεπτή και μία με την μέγιστη, με πιο σημαντική την πρώτη.

Το «οριακός» στα αγλλικά λέγεται limit, συντομογραφείται «lim», και από κει στο να το διαβάσεις λίμες, ε, δυο δάχτυλα και κάτι.

- (καθηγητής)...το ρό λίμες, από τον κανονισμό είναι (αραδιάζει έναν τύπο από δω μέχρι τ' Αντίρριο). Οπότε, κάνετε υπόθεση, ελέγχετε και διορθώνετε και μπούρου-μπούρου ΓΟΚ, και μάτσου-πίτσου μαλακίες.
(φοιτητές μεταξύ τους)
- Άιντε να περάσεις να πούμε με τις λίμες και τα πεντικιούρ. Πάμε μπόμπολα για βρωμιά και τσίπουρα;
- Έφυγε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified