Η έκφραση «είναι που είναι» σημαίνει χοντρικά «όντας ήδη» και χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι που έχει μια ποιότητα, πχ όμορφο, χαζό, μεγάλο, την αποκτά σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό.

  1. Μην τον χτυπάς στο κεφάλι, είναι που είναι βλαμμένος.

  2. Ήταν που ήταν παλαβή η διακόσμηση, έβαψε και τους τοίχους πορτοκαλί και το κατάστρεψε το δωμάτιο.

βλ. και (ρήμα Χ) που (ρήμα Χ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified