Πέρα από την κυριολεκτική του χρήση για την διείσδυση στο σεξ χωρίς ύγρανση ή λίπανση, μεταφορικά χρησιμοποιείται για να χλευάσει μια επώδυνη κατάσταση.

- Πέντε γκολάκια φάγατε, ασάλιωτα σας πήγαμε ρε κακομοίρηδες!

(από Khan, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η διείσδυση στο σεξ, χωρίς να έχει προλάβει να υγραθεί η κοπέλα, πράγμα επώδυνο για εκείνη, αλλά αρέσει σε αρκετούς που τη βρίσκουν όταν η κοπέλα φωνάζει (είτε απο ευχαρίστηση είτε απο πόνο). Όμως προκαλεί δυσκολία και στους δυο καθώς αρκετοί για να διεισδύσουν πιο άνετα, συνηθίζουν να σαλιώνουν με το χέρι τους το μόριο τους ή της κοπέλας τους. Αν λοιπόν δεν υπάρχει καθόλου λίπανση, η τριβή μπορεί να γίνει πολύ επώδυνη.

Χτες ήμουν τόσο αναμμένος που την πήρα όπως ήταν μέσα στο αμάξι, ασάλιωτα. Πόνεσε όμως και μας άκουσε όλη η γειτονιά..

Got a better definition? Add it!

Published