Το βρέχω (το μουνάκι ή το κωλαράκι) σημαίνει το χύνω.
- Ρε συ, τι πούστρα είναι ο Λάκης στη ρεσεψιόν;
- Πολύ σούπερ, τον έχω βρέξει, όλα τα λεφτά.Βγαίνω με μια καινούργια γκόμενα και την έχω δαγκώσει!
- Σιγά ρε, την έχεις βρέξει φαντάζομαι!
Το βρέχω (το μουνάκι ή το κωλαράκι) σημαίνει το χύνω.
- Ρε συ, τι πούστρα είναι ο Λάκης στη ρεσεψιόν;
- Πολύ σούπερ, τον έχω βρέξει, όλα τα λεφτά.
Βγαίνω με μια καινούργια γκόμενα και την έχω δαγκώσει!
- Σιγά ρε, την έχεις βρέξει φαντάζομαι!
Got a better definition? Add it!