Επιμελώς κιτσάτη (στην καλύτερη) ή παντελώς γκάου-μπίου (στη χειρότερη) διατύπωση του γελαδάρη καουμπόι.

Το ίδιο πνεύμα, βλ. μικυμάου, τσομπανοκαμπόης.

1. Είμαι σήμερα πίσω από ένα φορτηγάκι και διαβάζω λέξη λέξη και με μία γραμματοσειρά που φέρνει σε western: Ήρθε κι έφυγε ο Καμπόης!

3. ο (χολυγουντιανός, ρεπουμπικανός και τέως καμπόης) Κλιντ Ήστγουντ γυρίζει το ένα αριστούργημα μετά το άλλο!

3. Καμπόης γιαλαντζί και ζεν-πρεμιέ της γκαζόζας.

Got a better definition? Add it!

Published