Συνώνυμο του «σκατόψυχος».
Είσαι γαμόψυχος αν δεν παραδέχεσαι ότι αυτός που κλέβει γιατί δεν έχει να φάει, είναι αθώος!
Συνώνυμο του «σκατόψυχος».
Είσαι γαμόψυχος αν δεν παραδέχεσαι ότι αυτός που κλέβει γιατί δεν έχει να φάει, είναι αθώος!
Got a better definition? Add it!
Βρισιά, αυτός που έχει γαμημένη ψυχή, ψυχή γάμησέ τα, ή κάτι τέτοιο γουατέβα.
Από διαδικτυακές βρισιές:
ποτὲ πιό μπουχεσόβλακας καὶ τέτοιο κλαψαρχῖδι δὲν ἐγεννήθηκε στὴ γὴ, ψόφησε ὁ γαμώψυχος
χιλιες φορες να το κανεις παρα να εισαι γαμωψυχος και πουτανας γιος!!!!
Σκατόμυαλος και γαμόψυχος!!!!! Τί έγινε καπνιστές;;Τον ήπιαμε;;
Got a better definition? Add it!