Ποδοσφαιρική σλανγκιά για άκομψο πλην δυνατό σουτ με την «μύτη» του παπουτσιού και όποιον πάρει ο Χάρος.

Βλ. επίσης: ξερό, μύτο, τσαρούχι, καραβολίδα, κ.ά.

1. Το αποτέλεσμα του πρώτου αγώνα είναι μαγική εικόνα με τη Ντιναμό να χάνει πέναλτι και απίθανες ευκαιρίες και τη Μπορντο να σκοράρει με ένα ξερόμυτο από του διαόλου τον πατέρα και υπο γωνία 130 μοιρών.

2. ΞΕΚΙΝΟΝΤΑΣ ΑΠΤΗΝ ΑΜΥΝΑ ΜΕ ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ SLALOM ΕΦΤΑΣΕ ΕΥΚΟΛΑ ΕΞΩ ΑΠΤΗΝ ΑΝΤΙΠΑΛΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΜΕ ΕΝΑ ΞΕΡΟΜΥΤΟ ΚΑΡΦΩΣΕ ΤΗ ΜΠΑΛΑ ΣΤΟ «ΓΑΜΑ» ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΟ 3-2.

3.
Εμεις το ειχαμε παει και ενα επιπεδο παραπερα με το κωλομπουμι,που ηταν το πολυ δυνατο μπουμ. :lol: Κλασσικη ατακα παντως το «δε μετραει ηταν μπουμι,μυτο,ξερομυτο» κτλ,μετα ο αλλος ελεγε

- ισα που την αγγιξα ρε μλκ
- τι λες ρε κοντεψες να μου σπασεις το χερι
- αντε βρε φλωρε απο ζαχαρη εισαι;
- ποιον ειπες φλωρο

και τοτε αρχιζε το ξυλο. :thumpsup:

(από σφυρίζων, 02/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified