Και κλώσσα.

Ο Καπετανάκης δίνει δύο παράλληλες περιγραφές: α) Η εκ συστήματος αθροίζουσα γύρω της πολλούς θαυμαστάς, β) Η επιδεικτικώς ακκιζομένη.

Καθαρευουσιάνικες περιγραφές μεν, λίαν περιεκτικές δε.

Ο ατυχής άρρεν φορέας του κλωσσομαγνήτη καταλήγει πάντοτε να ατενίζει ενεός τα ομόφυλά του πλήθη να συρρέουν αδιαλείπτως. Αρκεί να γίνει για κάποιες ώρες συνοδοιπόρος της κλώσσας σε πλατείες, σούπερ μάρκετ, ρουχάδικα, καφετέριες, κλαμπ. Αρκεί να δει μια ημερήσια λίστα κλήσεων στο κινητό της, για να καταλάβει.

Η κλώσσα ηγείται πάντα ενός αντρικού χαρεμιού στο οποίο καλλιεργεί έντεχνα προσδοκίες μελλοντικών ερωτικών περιπτύξεων. Η κλώσσα εκπέμπει διαρκώς σήματα διαθεσιμότητας προς τα πεινασμένα αρσενικά. Ενίοτε ενδίδει, αφήνοντας ωστόσο να διαφαίνεται ότι διαρκώς πολιορκείται από στίφη επίδοξων μνηστήρων.

...Όποτε πήγα σπίτι της, το βρήκα γεμάτο σερνικούς· είναι μια κλώσσα!...

(από Ricky, 01/08/14)(από Ricky, 01/08/14)(από Ricky, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κλώσσες γενικά μιλάνε πολύ για μαλακίες που δεν αφορούν κανέναν, κάνουν θόρυβο, ρωτάνε αδιάκριτες λεπτομέρειες για τα πάντα, έχουν «φίλες» με τις οποίες συνήθως κινούνται μαζί σε διάφορα σημεία όπως καφετέριες, πολυκαταστήματα κλπ, τους ενδιαφέρουν οι άντρες ως μέσο επίδειξης στις «φίλες», θείες, γιαγιάδες τους, καθώς και ως χρηματοδότες, κόλακες και ταξιτζήδες τους, και οι προτεραιότητές τους ειναι γενικά πώς θα φανούν στους «άλλους», τι θα φορέσουν, πού (θα πουν ότι) πήγαν διακοπές και πώς θα ανελιχθούν με τον μικρότερο δυνατό εγκεφαλικό(;) κόπο. Κατά τα άλλα δεν έχουν πραγματικά ενδιαφέροντα, είναι δήθεν υποτακτικές στους άντρες τους, με τους οποίους ασχολούνται διαρκώς επειδή αρέσκονται κατά βάθος να τους ελέγχουν και λατρεύουν να οδηγούν τζιπ.

Κλασική κλώσα ρε γαμώτο η Κατερίνα, αφού μας τα 'πρηξε μια ώρα με τις διακοπές που την πήγε ο γκόμενός της, άρχισε να μας λέει ότι τα καινούργια γυαλιά της κολλητής της είναι μαϊμού, δεν αντέχει που της την πέφτει ο προϊστάμενός της και πόσο κιτς ήταν ο γάμος της ξαφέλφης της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified