Αυτός που έχει συνευρεθεί με γαϊδούρι (κυρίως θηλυκό) ή που κατά συνήθεια το πράττει. Εκφράζει απαξία.
Ο Μήτσος είναι στάνταρ γαϊδουρογάμης, κοιτάει τη γαϊδούρα του μες στα μάτια και λιώνει!
Βλ. και γιδογάμης.
Got a better definition? Add it!
Published 2008-03-06 08:47:21+00:00 Last modified 2008-03-09 02:17:48+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.