Ως φυσική συνέχεια του σκίσε με ναύτη ν' αλλάξω ράφτη (βλέπε και το διάλογο που ακολουθεί του λήμματος), παρουσιάζουμε το πουλί του ναύτη, το οποίο λαμβάνεται σε καταστάσεις μεγάλης ήττας, φόλας και άλλα τέτοια.

Είναι απορίας άξιον πώς είναι δυνατόν να συνυπάρχουν στην γλώσσα φράσεις όπως το «ε, καλέ, ναύτη» και η φήμη φλώρικης θητείας που έχει το ναυτικό, με ατάκες τέτοιου τύπου, όπου το πουλί του ναύτη επικρέμαται ως δαμόκλειος πέοντας πάνω από το κεφάλι του δύστυχου ηττηθέντος, χωρίς να δημιουργείται καμία σύγχυση.

Πόλεμος πάντων πατήρ, που έλεγε και ο Ηράκλειτος, ο Ησίοδος έξυσε το μούσι του, παιδί, πιάσε μια μουσακά ακόμα. Ας αποδεχτούμε τις αντιφάσεις των οποίων η νεοελληνική διάλεκτος βρίθει και ας τρέξουμε γυμνοί στα λιβάδια σαν τα χίπια.

- Έδωσα και κει βιογραφικό, και αλλού και παρ' αλλού. Μόνιμη απάντηση: «θα σας πάρουμε εμείς τηλέφωνο».
- Τι να πω ρε φίλε... Τόσα χρόνια σπουδές μπίζνες αντμινιστρέσιον στην Αγγλία, και να μην μπορείς να βρεις μια δουλειά της προκοπής...
- Άσε, θα μου κόψει και η οικογένεια την επιχορήγηση... Το πουλί του ναύτη θα πάρω. Μάλλον με βλέπω γκαρσόνι.

"ε καλέ ναύτη" (από jesus, 20/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified