Η φράση μπορεί να είναι στην ενεργητική φωνή, εντούτοις το αντικείμενο της πρότασης (κώλος), μέσω του οποίου συμμετέχει το υποκείμενο της πρότασης στη σεξουαλική πράξη, παραπέμπει σε παθητική σεξουαλική συμπεριφορά. Γι' αυτό, λέγοντας τη φράση, είναι σα να λέμε: Αυτός γαμιέται. Δεν το λέμε όμως ξεκάθαρα, αλλά το πάμε μέσω Λαμίας, ώστε μέσω της σταδιακής ανατροπής της σημασίας του μηνύματος (από γαμάει... σε γαμιέται), να ειρωνευτούμε τον «γαμιά».

Κατά την ευρύτερη έννοια ο όρος παραπέμπει ειρωνικά σε κάποιον που δεν έχει πυγμή και λειτουργεί παθητικά σε κάποια διχογνωμία, σε κάποιον τσαμπουκά αφήνοντας τους άλλους να του επιβάλουν τη γνώμη τους, να τον σπάσουν στο ξύλο, κλπ...

Θα μπορούσε βεβαίως να παραπέμπει και σε κάποιον που ενώ λέει πως θα γαμήσει και θα δείρει, εντούτοις μόλις έρθει η ώρα να δείξει το ανάστημα του κιοτεύει, κλάνει μέντες, τις τρώει κλπ, και γενικότερα αποδεικνύεται κουραδόμαγκας.

Θα μπορούσαμε επίσης να αναφερθούμε σε αρχηγούς πολιτικών κομμάτων που ενώ πριν τις εκλογές είναι σίγουροι για τη μεγαλειώδη νίκη τους, μετά την πανωλεθρία τους στις εκλογές, λουφάζουν στη γωνιά τους.

  1. Δύο φίλοι βλέπουν μια συνάμενη και κουνάμενη αδερφάρα και σχολιάζουν το γεγονός:
    - Κοίτα ρε και όμως κι αυτή γαμάει....
    - Γαμάει;
    - Γαμάει με τον κώλο ρε... χα... χα... χα.
    - Χα... χα... χα.

  2. Πέτρος: Βλέπω καλά;Ο Μάρκος δε μας έλεγε πριν λίγο πως θα λιώσει στον ξύλο τον Γιάννη; Απ' ότι βλέπω ο Γιάννης τον έχει πλακώσει στις ανάστροφες από τα πρώτα λεπτά.
    Κώστας: Έτσι κάνει ο Μάρκος πάντα. Κάνει τον νταή, λέει πως θα γαμήσει τον άλλον, αλλά στην πράξη τον γαμάει με τον κώλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified