-και «τάμπα τούμπα».
- Όρος που περιγράφει την μουσική που παίζεται εκκωφαντικά ιδίως σε καλοκαιρινά κλαμπ και μπαράκια από djs gtp. Από μία απόσταση χ, ό,τι κι αν παίζει ο μπούστης, ροκ, σκυλάδικα, ποπ, ρεγκε, όλα καταλήγουν σε ένα θολό ήχο ντάμπα ντούμπα. Ακούς κυρίως δηλαδή μόνο το μπάσο και την μπότα. Γενικά, η μουσική που δεν μας αρέσει...
Τα αποτελέσματα αυτής της ηχορύπανσης είναι ικανά να χιτλεριάζουν τον μέσο παραθεριστή που είπε να περάσει το καλοκαίρι του, κάπου σεμνά και ταπεινά και να προκαλέσουν παροδική κώφωση στους φανατικούς του είδους.
Χρησιμοποιήθηκε σε παλαιότερους χρόνους από συνθέτες λαϊκών ασμάτων τύπου ινδικού βαλς, πιθανώς λόγω έλλειψης μπάσου, αλλά και από όλους μας όταν θέλουμε να αποδώσουμε τραγούδια του είδους με στίχους που δε ξέρουμε.
Μεταξύ φαντάρων: Η σειρά – ΕΣΟ ή και το ΑΣΜ
- Αμάν πιά μ’ αυτά τα ντάμπα ντούμπα, μας έχουν πρήξει τα ούμπαλα! Κι αυτός ο μπινές ο ξενοδόχος δεν μας είπε ότι θα έχουμε τους ζουλού δίπλα μας! Θα τον γαμήσω αύριο τον μπούστην!
- Δεν γαμάς τίποτε άλλο, που ασχολείσαι όλη την ώρα με άλλα κι άλλα, λεωγω;- Τι σειρά είσαι πατριωτάκι ;
- 165 ντάμπα ντούμπα...
- Μη με πεις ότι είσαι και ασημί 155, γιατί τρελάουα!