Βλέπε καραλέσβιο, το.
- Κοίτα τη λεσβόγκα μουστάκι που έχει.
- Εμ βέβαια, στο αίμα της κυλάει πιο πολύ τεστοστερόνη από τους δυο μας μαζί....
Βλέπε καραλέσβιο, το.
- Κοίτα τη λεσβόγκα μουστάκι που έχει.
- Εμ βέβαια, στο αίμα της κυλάει πιο πολύ τεστοστερόνη από τους δυο μας μαζί....
Σχετικά: λεσβολιδοσκοπώ, λεσβία από κούνια, αρσενικιά, τζιβιτζιλού, τριβίδι, μπιφτεκού
Got a better definition? Add it!