Ξεκωλώνομαι, μου βγαίνει η πίστη κλπ από σκληρή χειρωνακτική κυρίως εργασία, αλλά είναι δυνατή η χρήση και για πνευματική, η οποία είναι ασυνήθιστα σκληρή και χρειάζεται πολλαπλάσιος κόπος για να έρθει εις πέρας.
Ξεκωλώνομαι, μου βγαίνει η πίστη κλπ από σκληρή χειρωνακτική κυρίως εργασία, αλλά είναι δυνατή η χρήση και για πνευματική, η οποία είναι ασυνήθιστα σκληρή και χρειάζεται πολλαπλάσιος κόπος για να έρθει εις πέρας.
Bλ. και σχετικά λήμματα μου έγινε η σούφρα σα γαρύφαλο - φτύνω, τα - πίπα-κώλο
Got a better definition? Add it!