Γλοιώδης τύπος που ανοίγει / κλείνει πόρτα - κορδόνι - τζαμαρία και χαιρετάει κόσμο σε κλαμπ / εστιατόρια / καφετέριες κτλ. Χαιρετίζει γνωστούς και αγνώστους εγκάρδια εάν είναι φιλικός καλυνυχτάκιας ή αυστηρά άμα κρύβει ένα αίσθημα βλαχοκατοτερότητας. Ενδύεται συνήθως με δανεικό κουστούμι και αποφεύγει το black light καθώς έχει να το πλύνει από τότε που θυμάται με αποτέλεσμα να «λάμπει» η μασχάλη του σακακιού.
Κύριος ρόλος του να αποχαιρετάει στην έξοδο, εξ ου και η ονομασία του, με αγκαλιά στους άνδρες και φιλιά και πιθανώς θώπευμα μηρού εις τις γυναίκες. Αρέσκεται σε δηλώσεις «μη χαθούμε» και «τα λέμε». Επιβιώνει τις νυχτερινές ώρες κυρίως το ανδρικό φύλο, αλλά έχουν παρατηρηθεί και πολλοί θηλυκοί καληνυχτάκηδες κατά τη διάρκεια της μέρας κυρίως σε καφετέριες και μπαρ.
Μελετάται πιθανή συγγένεια με καθολικούς κληρικούς και κυρίως καρδιναλίους αφού έχει παρατηρηθεί φοβερή ομοιότητα στο ύφος τους. Περίπου σε ποσοστό 83% είναι δυσλεκτικοί καθώς το να βρεις το όνομα σου στη λίστα σωστά ορθογραφικά είναι θέμα τύχης (πχ εάν ονομάζεται κάποιος Αίαντας Πυγμαλίων πιθανώς να μην μπορέσει να τον αναγνώσει στη λίστα).
Αντλεί τη δύναμη του από τον μεντεσέ, τυχόν απομάκρυνση του επιδρά καταλυτικά επάνω του.
- Πάρε το μπουφάν σου και πάμε.
- Μισό να χαιρετήσω τον καληνυχτάκια στη πόρτα.
...
- Παιχταρά μου μάτσα μουτσα... χάρηκα!
- Φιλιά αγορίνα μου, μη χαθούμε..
- Τα λέμε...