1. Άντρας, συνήθως σε μπαράκι, που δίνει μάχη με τους κολλητούς του να προλάβει να τα ρίξει στο ξέκωλο με τα μπαλκόνια σε κοινή θέα που πίνει τα σφηνάκια δίπλα. Όταν τα ρίξει το τρόπαιο θα είναι το μουνί.

    1. Άντρας με πολύ χοντρή παρτενέρ στο γαμήσι, οπότε αναγκαστικά θα πρέπει να δώσει τη σχετική μάχη με τα ξίγκια για να μπορέσει να βρει την κατάλληλη τρύπα!
  1. Πάμε στο μπαράκι της γωνίας να χαζέψουμε τους μουνομάχους;

    1. Πως τα καταφέρνει ο Τάκης με τον μπόγο που έχει μαζί του; Κάθε φορά που θα θέλει να γαμήσει, πρέπει να παίρνει πρώτα τα δυναμωτικά του, γιατί η μουνομαχία που θα δίνει πρέπει να είναι σκληρή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, ο κοντός άνδρας με ψηλή γυναίκα.

Ο Σαρκοζί πρέπει να γίνει μουνομάχος για να παλέψει την Κάρλα Μπρούνι.

(από pavleas, 05/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified